Η τηλεφωνική επικοινωνία, του Πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Τ. Ερντογάν, ενώ μαίνεται η κρίση στην λεκάνη της Μεσογείου, αποτελεί καταρχήν μια θετική εξέλιξη. Ως θέση αρχής, είναι καλό να συνομιλούν οι υπεύθυνοι ηγέτες και πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για γειτονικές χώρες ειδικά μάλιστα, όταν οι διμερείς σχέσεις ακολουθούν μια πορεία κλιμακούμενης έντασης. Η επικοινωνία του Έλληνα Πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο της Τουρκίας, αποτελεί πάγια επιθυμία των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε., που διατείνονται, ότι θα πρέπει να εκτονωθεί η ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μέσω διμερούς διαλόγου. Βέβαια, η ημίωρη συνομιλία των δύο ηγετών, δεν μπορεί να εκληφθεί ως λύση της δύσκολης εξίσωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ούτε καν αφετηρία προς την κατεύθυνση της εξομάλυνσης της κατάστασης, που έχει δημιουργήσει η Τουρκία σε Έβρο, Αιγαίο και ΑΟΖ Κύπρου, με τις αναθεωρητικές πρωτοβουλίες της και μάλιστα, υπό την διαρκή απειλή χρήσης στρατιωτικής βίας. Άλλωστε, οι επίσημες ανακοινώσεις σε Αθήνα και Άγκυρα για το περιεχόμενο των συνομιλιών , δεν αφήνει πολλά περιθώρια αμφιβολιών ή παρερμηνειών, καθότι σχεδόν πανομοιότυπες: «οι δύο ηγέτες συζήτησαν για τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού και τις προσπάθειες αντιμετώπισής τους, καθώς και για ζητήματα που συνδέονται με το άνοιγμα των συνόρων και την αποκατάσταση των τουριστικών ροών. Ο κ. Μητσοτάκης και ο κ. Ερντογάν συμφώνησαν να διατηρήσουν ανοικτούς τους διμερείς διαύλους επικοινωνίας». Βέβαια, για να μην υπάρξουν υπερβολικές προσδοκίες, η εφημερίδα που αποτυπώνει τις απόψεις του καθεστώτος Ερντογάν, η «Γενί Σαφάκ», με άρθρο που υπογράφει ο Μεχμέτ Ασέτ, υποστηρίζει ότι η επικοινωνία Μητσοτάκη-Ερντογάν τη δεδομένη στιγμή, μπορεί να ερμηνευθεί και ως ύψωση λευκής σημαίας από την Ελλάδα! Αυτό αναφέρει στον τίτλο του άρθρου, αλλά όχι στο κείμενο του, στο οποίο πάντων κάνει λόγο για “τουρκοφοβία των Ελλήνων”.
Η Ελλάδα, επιμένει στον γεωπολιτικό της στόχο, δηλαδή να είναι μία ήρεμη δύναμη, που θα εγγυάται την ειρήνη και τη σταθερότητα στην διαταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων και βασικά, θα κινείται αυστηρά εντός του πλαισίου της διεθνούς νομιμότητας. Για αυτό άλλωστε, οι πρωτοβουλίες της ελληνικής διπλωματίας, επικεντρώνονται στο διάλογο και στις διμερείς σχέσεις καλής γειτονίας. Η Ελλάδα στηρίζει τις διεθνείς ειρηνευτικές πρωτοβουλίες και γενικά, επιδιώκει την εκτόνωση των εντάσεων και των στρατιωτικών συγκρούσεων, κυρίως με διπλωματικά και πολιτικά μέσα. Επιλέγει η Ελληνική διπλωματία, την διεθνοποίηση των απειλών και προκλήσεων, από την μονομερή στρατιωτική απάντηση, στις έκνομες τουρκικές προκλήσεις και απειλές. Γι αυτό άλλωστε και οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, έχουν ως κύρια αποστολή την αποτροπή των στρατιωτικών συγκρούσεων, την αποτροπή, όχι όμως την αποφυγή της στρατιωτικής εμπλοκής. Και μόνο, ως έσχατη επιλογή, οι Ελληνικές Ε.Δ. θα κληθούν να δώσουν την καταλυτική απάντηση με στρατιωτικά μέσα, στην περίπτωση φυσικά, της προσβολής ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, και εφόσον, αυτή γίνει με τη χρήση στρατιωτικής βίας, όπως ευθέως απειλεί η Τουρκία. Πρόκειται ακριβώς για το Συνταγματικό πλαίσιο, που περιγράφει σαφώς την αποστολή των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Η Ελληνική Διπλωματία προωθεί την άποψη, ότι τα ελληνικά σύνορα είναι ευρωπαϊκά, άρα οι απειλές και μάλιστα στρατιωτικού τύπου κατά της Ελλάδας, είναι ταυτόχρονα και απειλή εναντίον της Ε.Ε. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, επισκέφτηκε Ελλάδα και Κύπρο ο ύπατος εκπρόσωπος της ΕΕ για την Εξωτερική Πολιτική και την Πολιτική Ασφάλειας ο Ζοζέπ Μπορέλ. Μια επίσκεψη προάγγελος της ευρωπαϊκής πρωτοβουλίας, για εκτόνωση της έντασης που προκαλεί η Άγκυρα, τόσο στο Αιγαίο, όσο και στην Κυπριακή ΑΟΖ. Εννοείται, ότι η πρωτοβουλία της ΕΕ για την εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, θα πρέπει να επικεντρωθεί στο υπαρκτό πρόβλημα των προκλήσεων και των απαράδεκτων αξιώσεων της Τουρκία, σε βάρος της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι χαρακτηριστικό πάντως, ότι, ενώ ο Ευρωπαίος αξιωματούχος ο Ζοζέπ Μπορέλ βρισκόταν ακόμη στις Καστανιές του Έβρου και ενημερώνονταν από τον ΥΠΕΞ Ν. Δένδια, για τα πρόσφατα επεισόδια που προκάλεσε η Τουρκία, η Άγκυρα απάντησε με την έκδοση NAVTEX. Η Άγκυρα έχει προαναγγείλει την έναρξη γεωτρήσεων και μέσα στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Οι NAVTEX που εκδίδει, αφορούν την πραγματοποίηση αεροναυτικών ασκήσεων νότια της Κρήτης, της Καρπάθου και της Ρόδου. Οι περιοχές που επιλέχθηκαν, μόνο τυχαίες δεν είναι, αφού περιλαμβάνονται στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο , που εφόσον υλοποιηθεί, τότε, η Άγκυρα θα επιχειρήσει να οικειοποιηθεί μέρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Πρέπει ωστόσο να σημειώσουμε ότι, το τουρκο- λιβυκό μνημόνιο, για την ενέργεια και τη ασφάλεια που υπέγραψαν ο Τ. Ερντογάν και ΑΛ ΣΑΡΑΤΖ, έχει και μία σημαντική «λεπτομέρεια». Με το εν λόγω μνημόνιο, δεν είναι μόνο η Τουρκία που επιχειρεί να οικειοποιηθεί τμήμα της ελληνικής υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ, αλλά εξίσου και η αναγνωρισμένη διεθνώς κυβέρνηση της Λιβύης. Άρα και η Λιβυκή κυβέρνηση υπό τον ΣΑΡΑΤΖ, απειλεί ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα.
Η συμφωνία, που θα ακύρωνε στην πράξη, το τουρκολιβυκό σύμφωνο, είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου. Όμως, ο αιγύπτιος Πρόεδρος ΑΛ ΣΙΣΙ, δυσκολεύεται να προχωρήσει, διότι έχει απέναντί του, την πανίσχυρη πολιτικο-θρησκευτική σουνιτική «Μουσουλμανική Αδελφότητα», που είναι η δυναμική αντιπολίτευση στην Αίγυπτο και που έχει ισχυρούς δεσμούς με τον Ερντογάν. Καταλήγοντας, η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών Αιγύπτου και Ελλάδας, θα γίνει, αν γίνει, μετά την όποια λύση, πολιτική ή στρατιωτική, του λιβυκού προβλήματος. Ασφαλώς, καθοριστικός θα είναι ο ρόλος του Καστελόριζου (μειωμένη ή όχι επήρεια), στην οριοθέτηση των συνορευουσών θαλασσίων ζωνών ΑΟΖ- Υφαλοκρηπίδας, μεταξύ Ελλάδας, Αιγύπτου και Κύπρου. Και φυσικά, αυτή η συμφωνία, αν ποτέ γίνει, θα έχει, αν όχι τη σύμφωνη γνώμη, αλλά τουλάχιστον, την ανοχή του Τ. Ερντογάν. Στην αντίθετη περίπτωση, πιθανότατα, να στρατιωτικοποιηθεί έτι περαιτέρω η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο, με εξαιρετικά δυσάρεστες συνέπειες, για τους μεσογειακούς λαούς.
Χρήστος Καπούτσης