της Sue Halpern*
Τον περασμένο Μάρτιο, λίγο μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Τζο Μπάιντεν, η οργάνωση Freedom House κατέταξε την κατάσταση της δημοκρατίας στις Ηνωμένες Πολιτείες κάτω από τη Χιλή, την Κοστα Ρίκα και τη Σλοβακία. Οι λόγοι ήταν η εκλογική νοθεία, η επιρροή του χρήματος στην πολιτική και η στέρηση δικαιωμάτων των εγχρώμων. «Η αλλαγή Προέδρου δεν θα λύσει αυτά τα προβλήματα», είχε πει τότε στην Guardian η Σάρα Ρεπούτσι, αντιπρόεδρος της οργάνωσης για την έρευνα και την ανάλυση.
Πράγματι, στους μήνες που ασκεί ο Μπάιντεν την εξουσία, οι προοπτικές να βελτιωθεί η αμερικανική δημοκρατία έχουν επιδεινωθεί. Δέκα εννιά πολιτείες έχουν θέσει σε ισχύ 33 νόμους που κάνουν πιο δύσκολο για τους Αμερικανούς να ψηφίσουν. Πολλές πολιτείες έχουν αντικαταστήσει τους ανεξάρτητους εκλογικούς επόπτες με κομματικά στελέχη. Και σε πολιτείες που έχουν αρχίσει να στρέφονται προς τους Δημοκρατικούς, όπως η Βόρεια Καρολίνα και το Τέξας, οι Ρεπουμπλικανοί νομοθέτες αναμορφώνουν τους εκλογικούς χάρτες για να ευνοηθεί το κόμμα τους.
Σε αυτές τις συνθήκες οργανώνει ο Τζο Μπάιντεν την Παγκόσμια Σύνοδο για τη Δημοκρατία, με καλεσμένους από περισσότερες των 100 χώρες. Όταν ο Μπάιντεν ανακοίνωσε αυτή την πρωτοβουλία, τον περασμένο Αύγουστο, ο στόχος ήταν να αποκατασταθεί το κύρος της Αμερικής μετά την κυβέρνηση Τραμπ. «Η δημοκρατία δεν έρχεται τυχαία», είχε πει τον Φεβρουάριο ο Μπάιντεν. «Πρέπει να την υπερασπιζόμαστε, να αγωνιζόμαστε γι’αυτήν, να την ενισχύουμε, να την ανανεώνουμε». Λίγο αργότερα, οι Δημοκρατικοί στη Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισαν τον Νόμο για τον Λαό, έναν κατάλογο εκλογικών μεταρρυθμίσεων με στόχο την ενίσχυση της δημοκρατίας. Όμως οι Ρεπουμπλικανοί εμπόδισαν τη συζήτησή του στη Γερουσία.
Τον Σεπτέμβριο, ορισμένοι Δημοκρατικοί γερουσιαστές προώθησαν ένα νέο νομοσχέδιο, τον Νόμο για την Ελευθερία της Ψήφου. Όμως οι Ρεπουμπλικανοί το μπλοκάρισαν ξανά. Για τον σκοπό αυτό, βέβαια, έχουν χρειαστεί τη στήριξη και ορισμένων Δημοκρατικών, οι οποίοι δηλώνουν ότι σέβονται περισσότερο τους κανόνες της Γερουσίας από την ίδια τη δημοκρατία…
Είναι παράδοξο να φιλοξενεί κάποιος μια παγκόσμια σύνοδο για την ενίσχυση της δημοκρατίας όταν έχει τόσα προβλήματα η δική του. Το αντιδημοκρατικό κίνημα που δημιουργήθηκε γύρω από την επιμονή του Ντόναλντ Τραμπ ότι είναι ο «πραγματικός» νικητής των εκλογών του περασμένου Νοεμβρίου ανθεί με την ευλογία πολλών Ρεπουμπλικανών και θέτει υπό αμφισβήτηση την εκλογική διαδικασία.
Πρόσφατη δημοσκόπηση δείχνει ότι μόνο το 33% των Ρεπουμπλικανών πιστεύουν ότι οι εκλογές του 2024 θα είναι τίμιες. Η αίσθηση αυτή δεν θα οδηγήσει στη δημιουργία κανόνων που θα εξασφαλίσουν την εντιμότητα της εκλογικής διαδικασίας, αλλά σε ακόμη μεγαλύτερη αμφισβήτηση της ίδιας αυτής διαδικασίας, όπως έγινε στην Αριζόνα.
Αυτόν τον μήνα, για πρώτη φορά, το Διεθνές Ινστιτούτο για τη Δημοκρατία και την Εκλογική Συνδρομή, που εδρεύει στη Στοκχόλμη, περιέλαβε τις Ηνωμένες Πολιτείες στον κατάλογο των δημοκρατιών που «διολισθαίνουν». «Η εμφανής επιδείνωση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ, με την αυξανόμενη τάση αμφισβήτησης εκλογικών αποτελεσμάτων, τις προσπάθειες να μειωθεί η συμμετοχή στις εκλογές και την έντονη πόλωση, είναι πολύ ανησυχητική», δήλωσε ο γενικός γραμματέας του Ινστιτούτου Κέβιν Κάσας-Ζαμόρα. «Η βίαιη αμφισβήτηση των εκλογικών αποτελεσμάτων του 2020, χωρίς να υπάρχει καμιά ένδειξη νοθείας, έχει επαναληφθεί στη Μυανμάρ, το Περού και το Ισραήλ».
Εκτός λοιπόν από την ενίσχυση της δημοκρατίας στο εξωτερικό, ο αμερικανός πρόεδρος και οι υποστηρικτές του στο Κονγκρέσο πρέπει να υπερασπιστούν τους δημοκρατικούς κανόνες και στη χώρα τους. Αλλιώς, σε έναν χρόνο από σήμερα, το σκηνικό θα είναι ζοφερό.
(*) H Σου Χάλπερν είναι αρθρογράφος του περιοδικού New Yorker
(Πηγή: New Yorker)
Μέσω ΑΠΕ