Υπερδιπλασιάστηκαν οι αποποιήσεις κληρονομιάς σε όλη την χώρα. Όλο και περισσότεροι αρνούνται τις περιουσίες που κληρονομούν προκειμένου να γλιτώσουν από τα χρέη, αλλά και από δυσβάσταχτους φόρους.
Οι φόροι κληρονομιάς και φυσικά ο ΕΝΦΙΑ, σε συνδυασμό με πιθανά χρέη του θανόντος σε Δημόσιο ή και σε τράπεζες, οδηγούν με γεωμετρική πρόοδο όλο και περισσότερο κόσμο να αποποιείται την κληρονομιά του.
Στα αρμόδια ειρηνοδικεία όλης της χώρας, μέχρι και πριν λίγα χρόνια, ο αριθμός των αποποιήσεων κληρονομιάς κινείτο σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα. Ο αριθμός αυτός, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, φαίνεται να αυξάνεται συνεχώς στα Ειρηνοδικεία της χώρας.
Πολύς κόσμος δε γνωρίζει βασικά πράγματα γύρω από την αποποίηση κληρονομιάς, όπως για παράδειγμα ότι δεν μπορεί να γίνει αποποίηση μέρους της κληρονομιάς, παρά μόνο στο σύνολό της.
Απαντήσεις σε όλα τα ζητήματα και χρηστικές πληροφορίες, που άπτονται της αποποίησης κληρονομιάς, δίνει μέσω του Αθήνα 9.84 ο δικηγόρος Αθηνών Γιώργος Κατσαρίδης, ο οποίος τονίζει ότι « σε περίπτωση που κάποιος κατέστη κληρονόμος χωρίς να έχει λάβει γνώση του θανάτου η των αποποιήσεων των προηγούμενων κληρονόμων, πρέπει να ακολουθήσει την δικαστική οδό για να ακυρώσει την αποδοχή της κληρονομιάς».
«Ως κληρονομία- όπως σημειώνει ο κ. Κατσαρίδης, ορίζεται η περιουσία, δηλαδή το σύνολο ενεργητικών και παθητικών στοιχείων όπως λόγου χάρη ακίνητα, κινητά, δικαιώματα, χρηματικές απαιτήσεις, πάσης φύσεως οφειλές, ενός προσώπου που απεβίωσε.
Η ανωτέρω περιουσία διανέμεται με βάση είτε διαθήκη του αποθανώντος στα πρόσωπα που μνημονεύονται σε αυτήν είτε ελλείψει διαθήκης στα κατά νόμο δικαιούμενα πρόσωπα – συγγενείς δυνάμει της εξ αδιαθέτου κληρονομικής διαδοχής. Τα πρόσωπα αυτά, οι κληρονόμοι του θανόντος όταν τους επάγεται η κληρονομιά έχουν κατά νόμο το δικαίωμα να την αποδεχτούν ή να την αποποιηθούν».
Στο ερώτημα για το «που υποβάλλεται η αίτηση αποποίησης κληρονομιάς», ο κ. Κατσαρίδης, σημείωσε ότι « η σχετική αίτηση πρέπει να υποβάλλεται στη γραμματεία του Ειρηνοδικείου του τόπου κατοικίας του κληρονομουμένου, μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών από τη γνώση της επαγωγής της που στην εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή τεκμαίρεται ότι ταυτίζεται χρονικά με τον θάνατο του κληρονομουμένου.
Όταν η κληρονομιά επάγεται με διαθήκη η προθεσμία ξεκινά από την δημοσίευσή της. Η προθεσμία είναι ενός έτους όταν ο κληρονόμος είναι κάτοικος εξωτερικού ή όταν ο κληρονομούμενος ήταν ομοίως κάτοικος εξωτερικού η διέμενε στο εξωτερικό. Η σειρά της αποποίησης δεν είναι τυχαία αλλά ακολουθεί την κατά τάξεις διαδοχή, όπως και η αποδοχή της κληρονομιάς. Για κάθε τάξη ξεκινά νέο τετράμηνο από την αποποίηση των κληρονόμων της προηγούμενης τάξης. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία επέρχεται σιωπηρή αποδοχή της κληρονομιάς.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να επιδεικνύεται στην αποποίηση των ανηλίκων τέκνων, την οποία πρέπει να διενεργούν οι γονείς, μέσα στις νόμιμες προθεσμίες αφού έχουν λάβει προηγουμένως την απαραίτητη σχετική άδεια του δικαστηρίου, ενώ αν εκείνοι αμελήσουν μπορεί το ίδιο μέσα σε προθεσμία ενός έτους από την ενηλικίωσή του να αποποιηθεί. Είναι πιο ορθό και ασφαλές όμως να διενεργείται η αποποίηση των ανηλίκων μέσα στις νόμιμες προθεσμίες, διότι σε διαφορετική περίπτωση το ανήλικο καθίσταται προσωρινός κληρονόμος με το ευεργέτημα της απογραφής.
Καταλήγοντας ο κ. Κατσαρίδης τονίζει ότι «σε περίπτωση που κάποιος κατέστη κληρονόμος χωρίς να έχει λάβει γνώση του θανάτου ή των αποποιήσεων των προηγούμενων κληρονόμων, πρέπει να ακολουθήσει την δικαστική οδό για να ακυρώσει την αποδοχή της κληρονομιάς. Πρέπει επομένως οι κληρονόμοι (ακόμα και οι πιο μακρινοί) να επιδεικνύουν ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή ώστε να μην βρεθούν ενώπιον δυσάρεστων εκπλήξεων».
Κώστας Κορέλλης