Ο κατά πάσα βεβαιότητα πρώτος Ινδουιστής πρωθυπουργός της Βρετανίας, μπορεί να έχει ρίζες μεταναστευτικές όμως είναι από τους πλέον πλούσιους πολιτικούς της χώρας, λόγω της πολυετούς εργασίας τους σε ισχυρά hends funds και διότι είναι παντρεμένος με μια δισεκατομμυριούχο κληρονόμο.
Η επεισοδιακή αναρρίχηση του Ρίσι Σουνάκ στην ηγεσία των Τόρις και την πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου γίνεται σε μία πολύ ταραχώδη περίοδο του αγγλικού κοινοβουλευτισμού με την αμέριστη υποστήριξη της συζύγου του Αξάτα Μούρτι, κληρονόμου της εταιρείας τεχνολογίας «Infosys» την οποία ίδρυσε ο πατέρας της Ναραγιάνα Μούρτι.
Η Αξάτα όπως και ο Ρίσι γεννήθηκε το 1980 και οι δυο τους γνωρίστηκαν και ερωτεύθηκαν όταν σπούδαζαν στο πανεπιστήμιο του Στάνφορντ. Η σύζυγος του Ρίσι Σουνάκ διατηρεί χαμηλό προφίλ και ασχολείται με την φιλανθρωπία και τη λογοτεχνία. Παντρεύτηκαν το 2009 στη Μπανγκαλόρ και έχουν δύο κόρες, την Κρίσνα και την Ανούσκα.
Η Αξάτα Μούρτι είναι διευθύντρια της επενδυτικής εταιρείας Catamaran Ventures ενώ το 2010 λάνσαρε τη δική της μάρκα μόδας Akshata Designs. «Με ενδιαφέρει η ιστορία πίσω από ένα συγκεκριμένο ρούχο, η αυθεντικότητά του, η δεξιοτεχνία και η προστασία μιας πλούσιας κληρονομιάς» είχε πει η Αξάτα στη «Vogue India».
Τα χρήματά της προέρχονται από το 0,91% της «Infosys», το οποίο αποτιμάται σε περίπου 900 εκατομμύρια δολάρια, καθιστώντας την πλουσιότερη και από τη Βασίλισσα.
Το ζευγάρι είναι επίσης ιδιοκτήτης της Catamaran Ventures UK με έδρα το Λονδίνο, η οποία επενδύει σε νεοφυείς επιχειρήσεις. Εντούτοις, ο Σουνάκ της μεταβίβασε στην Αξάτα τις μετοχές του λίγο πριν μπει στο κοινοβούλιο, καθιστώντας την τη μοναδική ιδιοκτήτρια.
Παράλληλα, η Αξάτα έχει άμεσες συμμετοχές σε τουλάχιστον έξι άλλες εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ κατέχει μετοχές σε επιχείρηση στο Ηνωμένο Βασίλειο που διαχειρίζεται την Jamie Oliver’s Pizzeria, τα καταστήματα Jamie’s Italian και Wendy’s στην Ινδία και άλλες εταιρείες.
Το ζευγάρι έχει τουλάχιστον τέσσερα σπίτια στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Καλιφόρνια και μάι μονοκατοικία με πέντε υπνοδωμάτια στο Κένσινγκτον, στο δυτικό Λονδίνο, το οποίο εκτιμάται από κτηματομεσίτες ότι αξίζει περισσότερο από 7 εκατομμύρια λίρες.
Διαθέτουν ακόμη έπαυλη αξίας 1,5 εκατομμυρίων λιρών σε 12 στρέμματα στην εκλογική περιφέρεια του Σούνακ, στο Βόρειο Γιορκσάιρ, καθώς και ένα διαμέρισμα στην οδό Old Brompton Road στο δυτικό Λονδίνο.
Έχουν επίσης ένα ρετιρέ στην παραλία της Σάντα Μόνικα αξίας 5,5 εκατομμυρίων λιρών, για το οποίο λέγεται ότι έχει εκπληκτική θέα στα βουνά, ενώ κτηματομεσίτες αναφέρουν ότι «ξυπνάς με τον ήχο των κυμάτων που πέφτουν στην ακτή!».
Ο ίδιος ο Ρίσε Σουνάκ γεννήθηκε σε μια οικογένεια μεταναστών. Οι παππούδες του μετανάστευσαν από το Παντζάμπ, στη βορειοδυτική Ινδία, στην Ανατολική Αφρική, όπου η μητέρα και ο πατέρας του γεννήθηκαν στην Τανζανία και την Κένυα, αντίστοιχα. Γνωρίστηκαν και παντρεύτηκαν αφού οι οικογένειές τους μετανάστευσαν τη δεκαετία του 1960 στο Σαουθάμπτον στη νότια Αγγλία. Ο πατέρας του Σουνάκ έγινε γενικός ιατρός για την Εθνική Υπηρεσία Υγείας. Η μητέρα του, φαρμακοποιός, είχε και διατηρούσε ένα μικρό φαρμακείο, για το οποίο ο Σουνάκ, ο μεγαλύτερος από τα τρία παιδιά τους, κρατούσε τα λογιστικά βιβλία. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας, ο Σουνάκ έκανε παραλληλισμούς μεταξύ των εμπειριών του από την εργασία στην οικογενειακή επιχείρηση και των αξιών που αποκόμισε από την εμπειρία της συντηρητικής πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ, κόρης ενός παντοπώλη.
Ως αποτέλεσμα των θυσιών των γονιών του και των οικονομιών για τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσής του, ο Σουνάκ μπόρεσε να φοιτήσει στο Winchester College, το αποκλειστικό ιδιωτικό σχολείο που έχει βγάλει τουλάχιστον έξι υπουργούς Οικονομικών στο Ηνωμένο Βασίλειο . Ήταν άριστος μαθητής και συντάκτης της εφημερίδας του σχολείου. Κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών εργαζόταν σε ένα ινδικό εστιατόριο του Σαουθάμπτον. Ο Σουνάκ συνέχισε τις σπουδές του στη φιλοσοφία, την πολιτική και τα οικονομικά στο Lincoln College της Οξφόρδης. Εκεί διατέλεσε πρόεδρος της Oxford Trading & Investment Society, η οποία παρείχε στους φοιτητές ευκαιρίες να εντρυφήσουν στις χρηματοπιστωτικές αγορές και το παγκόσμιο εμπόριο. Ενώ βρισκόταν στην Οξφόρδη, ο Σουνάκ είχε επίσης πρακτική άσκηση στα κεντρικά γραφεία του Συντηρητικού Κόμματος.
Μετά την αποφοίτησή του από την Οξφόρδη το 2001, ο Sunak έγινε αναλυτής της Goldman Sachs, εργαζόμενος στην εταιρεία επενδυτικής τραπεζικής μέχρι το 2004. Ως υπότροφος Fulbright, ακολούθησε MBA στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, όπου γνώρισε τη μελλοντική του σύζυγο του. Επιστρέφοντας στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2006, ο Sunak εργάσθηκε στο hedge fund “The Children’s Investment Fund Management (TCI)” , απ όπου αποχώρησε το 2009 για να ενταχθεί στο Theleme Partners. Λόγω της επιτυχίας του Σουνάκ στις επιχειρήσεις και του μεριδίου της συζύγου του στο 0,91 τοις εκατό στην Infosys, το ζευγάρι άρχισε να συγκεντρώνει μια σημαντική περιουσία, η οποία εκτιμάται σε 730 εκατομμύρια λίρες (877 εκατομμύρια δολάρια) το 2022 από τους The Sunday Times.
Το 2010 ο Σουνάκ άρχισε να εργάζεται για το Συντηρητικό Κόμμα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ασχολήθηκε επίσης με το Policy Exchange, ένα κορυφαίο συντηρητικό think tank, στο οποίο τέθηκε επικεφαλής της ερευνητικής μονάδας Black and Minority Ethnic (BME) το 2014. Το 2014, ο Σουνάκ επιλέχθηκε ως υποψήφιος του Συντηρητικού Κόμματος για τη Βουλή των Κοινοτήτων, εκπροσωπώντας το Ρίτσμοντ στο Βόρειο Γιορκσάιρ, μια ασφαλή έδρα των Συντηρητικών στη βόρεια Αγγλία που κατείχε εδώ και καιρό ο κάποτε ηγέτης του κόμματος (1997–2001) Ουίλιαμ Χέιγκ. Τον Μάιο του 2015 ο Σουνάκ εξελέγη με ευρεία πλειοψηφία. Ανέλαβε τα καθήκοντά του ευρωσκεπτικιστής και σταθερός υποστηρικτής του Brexit για το οποίο υποστήριζε ότι θα καθιστούσε το Ηνωμένο Βασίλειο «πιο ελεύθερο, δικαιότερο και περισσότερο ευημερών». Επανεξελέγη το 2017 και το 2019 και ψήφισε τρεις φορές υπέρ των σχεδίων της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι για το Brexit.
Από το 2015 έως το 2017 ήταν μέλος της Επίλεκτης Επιτροπής Περιβάλλοντος, Τροφίμων και Αγροτικών Υποθέσεων και κοινοβουλευτικός γραμματέας στο Τμήμα Επιχειρήσεων, Ενέργειας και Βιομηχανικής Στρατηγικής. Τον Ιανουάριο του 2018 διορίστηκε στην πρώτη του υπουργική θέση ως υφυπουργός Εξωτερικών στο Υπουργείο Στέγασης, Κοινοτήτων και Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ο Σούνακ ήταν ένθερμος υποστηρικτής του Μπόρις Τζόνσον για την ηγεσία του κόμματος και, όταν ο Τζόνσον έγινε ηγέτης και πρωθυπουργός, αντάμειψε τον Σούνακ με προαγωγή, διορίζοντάς τον γενικό γραμματέα στο Υπουργείο Οικονομικών τον Ιούλιο του 2019.
Κατά τη διάρκεια της θητείας του Σούνακκ ως δεύτερος στη διοίκηση του υπουργείου Οικονομικών, οι εντάσεις αυξάνονταν μεταξύ του προϊσταμένου του, καγκελαρίου του Οικονομικού Σατζίντ Τζαβίντ, και του Τζόνσον. Όταν ο Τζαβίντ παραιτήθηκε τον Φεβρουάριο του 2020, ο Τζόνσον τον αντικατέστησε με τον Σούνακ, ο οποίος, σε ηλικία 39 ετών, έγινε το τέταρτο νεότερο άτομο που κατείχε ποτέ αυτή τη θέση. Σχεδόν αμέσως ο Sunak ήρθε αντιμέτωπος με τις πολλαπλές προκλήσεις που έφερε η άφιξη στη Βρετανία της παγκόσμιας πανδημίας COVID-19.
Πηγή: Britannica, Guardian