Το Ιράκ θυμάται σήμερα τα είκοσι χρόνια από την αμερικανική εισβολή και την πτώση του Σαντάμ Χουσέιν, γεγονότα που πυροδότησαν αιματηρές συγκρούσεις. Σήμερα, παρά την εικόνα της κανονικότητας, οι Ιρακινοί ανησυχούν για το μέλλον τους.
Ούτε η ομοσπονδιακή κυβέρνηση στη Βαγδάτη, ούτε η περιφερειακή κυβέρνηση του Ιρακινού Κουρδιστάν έχουν προγραμματίσει κάποια εκδήλωση για τη σημερινή επέτειο.
Ο Ιρακινός πρωθυπουργός Μοχάμεντ Σία αλ Σουντάνι δεν αναφέρθηκε τις τελευταίες ημέρες δημοσίως στην αμερικανική εισβολή, αλλά «στην πτώση του δικτατορικού καθεστώτος» του Σαντάμ Χουσέιν.
«Θυμόμαστε τα δεινά του λαού μας τα χρόνια αυτά στη διάρκεια των οποίων κυριάρχησαν ατελείωτοι πόλεμοι», δήλωσε ο αλ Σουντάνι στο συνέδριο «Ιράκ, είκοσι χρόνια … και μετά;», που πραγματοποιήθηκε χθες Κυριακή στη Βαγδάτη.
Όλα ξεκίνησαν στις 20 Μαρτίου 2003. Στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ιρακινή ελευθερία» περίπου 150.000 Αμερικάνοι και 40.000 Βρετανοί αναπτύχθηκαν για μια επιχείρηση αστραπή στο Ιράκ. Τρεις εβδομάδες ήταν αρκετές για να κριθεί η τύχη του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσέιν και να καταληφθεί η Βαγδάτη, στις 9 Απριλίου.
Σειρά συγκρούσεων
Δηλωμένος στόχος της κυβέρνησης του Αμερικανού προέδρου Τζορτζ Ου. Μπους ήταν ο εντοπισμός των όπλων μαζικής καταστροφής που είχε ο Χουσέιν. Ωστόσο αυτά δεν βρέθηκαν ποτέ.
Η αμερικανική εισβολή αποτέλεσε την αρχή μιας από τις πιο αιματηρές περιόδους στην Ιστορία του Ιράκ, όπου αρχικά ξέσπασε ένας φρικτός εμφύλιος (2006-2008) ενώ στη συνέχεια οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους κατέλαβαν μεγάλο μέρος της χώρας και επιδόθηκαν σε πολλές ωμότητες.
Από το 2003 ως το 2011, χρονιά που αποσύρθηκαν οι αμερικανικές δυνάμεις, περισσότεροι από 100.000 άμαχοι σκοτώθηκαν στο Ιράκ, σύμφωνα με την οργάνωση Iraq Body Count. Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν σχεδόν 4.500 νεκρούς στις τάξεις τους.
Σήμερα στο Ιράκ επικρατεί μια κανονικότητα: εκλογές διεξάγονται τακτικά, ενθαρρύνεται ο πλουραλισμός στην πολιτική, διασφαλίζεται η ελευθερία έκφρασης.
Όμως οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου του 2021 διήρκησαν έναν χρόνο και αμαυρώθηκαν από επεισόδια πρωτοφανούς βίας στη Βαγδάτη.
Η αποστολή του ΟΗΕ στο Ιράκ κατήγγειλε πέρυσι «ένα περιβάλλον φόβου και εκφοβισμού» που περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης.
«Πανδημία διαφθοράς»
Μεταξύ των κακών που μαστίζουν τη χώρα είναι η διαφθορά –το Ιράκ βρίσκεται στην 157η θέση μεταξύ 180 χωρών στον κατάλογο της ΜΚΟ Transparency International–, η αδιαφορία των ηγετών, οι αντιπαλότητές τους για την εξουσία και η επιρροή που ασκεί το γειτονικό Ιράν στην ιρακινή πολιτική.
Οι κυβερνήσεις που ανήλθαν στην εξουσία μετά το 2003 «δεν κατάφεραν να πολεμήσουν τη διαφθορά στον τομέα της υγείας και των δημόσιων υπηρεσιών», καταγγέλλει ο Αμπάς Μοχάμεντ, ένας 30χρονος μηχανικός από τη Βαγδάτη. «Πηγαίνουμε από το κακό στο χειρότερο. Καμία κυβέρνηση δεν έχει δώσει κάτι στον λαό».
Στο Ιράκ, μια χώρα πλούσια σε πετρέλαιο, το ένα τρίτο των κατοίκων ζει στη φτώχεια και οι δημόσιες υπηρεσίες συχνά είναι απούσες.
Χθες ο αλ Σουντάνι δεσμεύθηκε για μία ακόμη φορά «να πολεμήσει κατά της πανδημίας της διαφθοράς».
Όμως σύμφωνα με τον Μοχάμεντ αλ Ασκάρι, εργάτη από τη Βαγδάτη, το Ιράκ έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει προς αυτή την κατεύθυνση.
«Χαρήκαμε όταν το καθεστώς (του Σαντάμ Χουσέιν) κατέρρευσε, διότι πιστεύαμε ότι το Ιράκ θα βελτιωθεί, αλλά μέχρι σήμερα το μόνο που κάναμε ήταν να υποφέρουμε», τονίζει.
Πηγή: ΑΠΕ