«Έτσι κι αλλιώς, τίποτα πια δεν είχε νόημα, τίποτα δεν τον ένοιαζε» (σ. 101).
Ο δεκαεξάχρονος Πόλο ζει σε άθλιες συνθήκες. Γύρω του μαίνεται η βία και η εγκληματικότητα, ο παππούς του έχει πεθάνει, ο ίδιος έχει παρατήσει το σχολείο, η ξαδέλφη του έχει μείνει έγκυος και όλοι πιστεύουν ότι είναι δικό του παιδί, ενώ η μητέρα του τον πιέζει να βρει δουλειά. Και βρίσκει τη θέση του κηπουρού σε ένα συγκρότημα πολυτελών κατοικιών με τη φανταχτερή ονομασία Πάρανταϊς. Η γνωριμία του μ’ έναν συνομήλικο ένοικο, τον προβληματικό και εμμονικό Φράνκο, θα σταθεί καθοριστική για να οδηγηθεί ο Πόλο στο τελικό ξέσπασμα, στην αιματηρή κορύφωση.
Η Μελτσόρ παραθέτει τα γεγονότα από την οπτική γωνία ενός μπερδεμένου, ανώριμου πρωταγωνιστή, χωρίς να τον κατακρίνει καμία στιγμή. Όπως και στο προηγούμενο μυθιστόρημά της, την «Εποχή των τυφώνων», απεικονίζει με ανατριχιαστική ακρίβεια και λεπτομέρεια έναν σκοτεινό και παράλογο κόσμο, όπου δεν χωράει η αγάπη και η συμπόνοια. Με εξαιρετική χρήση του μακροπερίοδου λόγου, η συγγραφέας καθηλώνει τον αναγνώστη από την πρώτη ήδη σελίδα, οδηγώντας τον με σφιγμένο στομάχι σε ένα βασανιστικό ταξίδι στην επίγεια Κόλαση. Όχι τυχαία, με δύο υποψηφιότητες για το Διεθνές Βραβείο Booker, η Μελτσόρ έχει καταξιωθεί ως μία από τις καλύτερες φωνές της σύγχρονης λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας.
«Είχε βαρεθεί τα πάντα, είχε βαρεθεί και το χωριό και τη δουλειά του και τις φωνές της μητέρας του, τα πειράγματα της ξαδέρφης του, είχε βαρεθεί τη ζωή που έκανε κι ήθελε να είναι ελεύθερος, ελεύθερος, που να πάρει ο διάολος, αυτός ήταν ο στόχος της ζωής του, και το είχε ανακαλύψει πολύ πρόσφατα» (σ. 132).
To «Πάρανταϊς» της Φερνάντα Μελτσόρ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δώμα σε μετάφραση Αγγελικής Βασιλάκου.
Κώστας Μοστράτος