Οι πρώτες δηλώσεις του Προέδρου της Τουρκίας Τ. Ερντογάν, μετά την ορκωμοσία του , αλλά και κορυφαίων υπουργών της Κυβέρνησής του, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, για μια νέα περίοδο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ειρηνικής συνύπαρξης και σχέσεων καλής γειτονίας και εποικοδομητικής συνεργασίας. Αναφορά στην «Γαλάζια Πατρίδα» περιείχε η εναρκτήριος ομιλία του επανεκλεγέντος προέδρου της Τουρκίας Τ. Ερντογάν, ενώ έκανε λόγο, για μια Τουρκία που «θα προστατεύει πιο σθεναρά τα δικαιώματά της και των αδελφών της», μιλώντας για τον «αιώνα της Τουρκίας». Στο ίδιο μήκος κύματος και οι δηλώσεις κορυφαίων υπουργών της νέας τουρκικής Κυβέρνησης. Ο νέος Υπουργός εξωτερικών Χακάν Φιντάν διπλωμάτης και επικεφαλής της Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΜΙΤ), μέχρι την ανάληψη των νέων καθηκόντων του, που σύμφωνα με δημοσιεύματα του τούρκικου τύπου, είχε σημαντικό ρόλο στη επιβολή του δόγματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», αλλά και στην υπογραφή του παράνομου, κατά την ελληνική άποψη, τουρκο-λιβυκού μνημονίου, που έχει κατατεθεί στον ΟΗΕ. Επίσης ο νέος υπουργός Άμυνας, Γιασάρ Γκιουλέρ, πρώην Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής από τον προκάτοχό του, Χουλουσί Ακάρ, είπε: «Θα εργαστούμε ακατάπαυστα για την ειρήνη και ασφάλεια της πατρίδας μας, όπως και για την Γαλάζια Πατρίδα και στην πατρίδα των αιθέρων μας.» Παράλληλα όμως, οι ίδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, δηλώνουν ετοιμότητα, για διάλογο με την Ελλάδα, στη βάση μιας διευρυμένης ατζέντας. Η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, η συνεκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου του Αιγαίου και εθνομειονοτικά – θρησκευτικά ζητήματα, είναι την κορυφή των θεμάτων που θέτει η Τουρκία, στο πλαίσιο ενός διμερούς διαλόγου. Για ελληνοτουρκικό διάλογο εφόλης της ύλης με αμοιβαίες υποχωρήσεις, ασκούνται διεθνείς πιέσεις, σε Αθήνα και Άγκυρα, κυρίως από ΗΠΑ , Γερμανία και ΝΑΤΟ.
Η ελληνική εκδοχή, εκφράζεται, έστω κατά πλειοψηφία, από όλους, μετά το 2004 τους εν ζωή πρώην πρωθυπουργούς της Ελλάδας. Ο Πρόεδρος της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξη του στην ΕΡΤ, είπε «Θα ήθελα μια συνάντηση με τον κ. Ερντογάν για να επαναπροσδιορίσουμε τον οδικό χάρτη στον οποίο θα κινηθούμε τους επόμενους μήνες. Αν είμαι πρωθυπουργός στη σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ (11-12 Ιουλίου στην πόλη Βιλνιους, Λιθουανία) θα την επιδιώξω». Και στη συνέχεια ο Κυρ. Μητσοτάκης ήταν απόλυτα σαφής «Η Ελλάδα αναγνωρίζει μόνο μία διαφορά για την οποία θα μπορούσε να πάει στη Χάγη, την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών. Η Ελλάδα δεν συζητά ζητήματα στρατικοποίησης των νησιών ή κυριαρχίας.»
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης
Για το θέμα της παραπομπής των ελληνοτουρκικών διαφορών στη Χάγη, θα πρέπει να διευκρινίσουμε τα εξής:
- Για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης απαιτείται η κατάρτιση ενός συνυποσχετικού , λαμβανόμενης υπόψη όμως, μιας ιδιαιτερότητας. Η Τουρκία δεν αναγνωρίζει την δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου, ενώ η Ελλάδα την αναγνωρίζει μερικώς, αφού εξαιρεί θέματα που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας.
- Η Τουρκία, προκειμένου να υπογράψει το συνυποσχετικό, απαιτεί να παραπεμφθούν στη Χάγη όχι μόνο η νομική διαφορά για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, αλλά και η αποστρατιωτικοποίηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου και οι θαλάσσιες περιοχές που η Τουρκία μετά τα Ίμια έχει ονομάσει ως “γκρίζες ζώνες”. Όμως, αποστρατιωτικοποίηση των νησιών είναι το πρώτο βήμα, που οδηγεί κατά μαθηματική βεβαιότητα, στην συζήτηση περί της εθνικής κυριαρχίας. Ουσιαστικά , η Άγκυρα απαιτεί να θέσουμε στην κρίση των Δικαστών, το ερώτημα, αν θα παραμείνουν στην ελληνική επικράτεια Νησιά, νησίδες και βραχονησίδες του Αιγαίου, ή θα παραδοθούν στην Τουρκία, η οποία ισχυρίζεται ότι είναι δικά της!
- Ισχυρό «χαρτί» της Τουρκίας, είναι η Συμφωνία της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. στο Ελσίνκι (10 Δεκεμβρίου 1999), όπου η τότε ελληνική κυβέρνηση (Κ. Σημίτη) ζητούσε από τους ευρωπαίους εταίρους μας, να ενθαρρύνουν την Τουρκίας να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, «για εκκρεμείς συνοριακές διαφορές», που προέκυψαν μετά την τουρκική εκδοχή για τις “γκρίζες ζώνες” στο Αιγαίο. Να αποφανθεί ένα Διεθνές Δικαστήριο για θέματα ελληνικής εδαφικής κυριαρχίας. Και φυσικά, η συμφωνία της Μαδρίτης (Ιούλιο 1997) όπου η Ελλάδα δέχτηκε ότι η Τουρκία «έχει νομικά και ζωτικά για την ασφάλεια της συμφέροντα στο Αιγαίο» και για αυτό ακριβώς τώρα η Τουρκία ζητά επιμόνως την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών.
Να διευκρινίσουμε ακόμη, ότι η Ελλάδα, αναγνωρίζει παγίως από το 1974 ως μοναδική ελληνοτουρκική διαφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ, γιατί μόνο αυτή δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του διεθνούς δικαίου, ή από τις υφιστάμενες συνθήκες, που προσδιορίζουν το υφιστάμενο νομικό και συνοριακό καθεστώς στο Αιγαίο.
Χρήστος Καπούτσης