Η Λωρίδα της Γάζας παραμένει σήμερα θέατρο αεροπορικών βομβαρδισμών και άγριων μαχών ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό και μέλη του στρατιωτικού βραχίονα της Χαμάς, την ώρα που η κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου άνοιξε ξανά την πόρτα στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ, τον βασικό σύμμαχο του Ισραήλ, για την επικείμενη επιχείρηση στη Ράφα.
Νωρίς το πρωί, το υπουργείο Υγείας της Χαμάς έκανε λόγο για τουλάχιστον 66 νεκρούς στον παλαιστινιακό θύλακο κατά τη διάρκεια της νύχτας, κυρίως στα αεροπορικά πλήγματα, ενώ τοπικός αξιωματούχος έκανε λόγο για μάχες στα περίχωρα της πόλης της Γάζας (βόρεια) και στη Χαν Γιούνις (νότια). Παράλληλα, το επίσημο παλαιστινιακό πρακτορείο ειδήσεων WAFA έκανε λόγο για βίαια επεισόδια σε διάφορες κοινότητες της κατεχόμενης Δυτικής Όχθης.
Ο ισραηλινός στρατός, που κατηγορεί τους μαχητές της Χαμάς πως κρύβονται σε νοσοκομεία, συνεχίζει την επιχείρηση που άρχισε τη 18η Μαρτίου στο συγκρότημα του νοσοκομείου Σίφα της πόλης της Γάζας, το μεγαλύτερο του θύλακα. Στη Χαν Γιούνις, μονάδες του διεξάγουν επιχειρήσεις στον τομέα όπου βρίσκονται τα νοσοκομεία Νάσερ και Άμαλ, τα οποία απέχουν περίπου ένα χιλιόμετρο το ένα από το άλλο.
Το νοσοκομείο Άμαλ «έπαψε εντελώς να λειτουργεί», ανέφερε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα η παλαιστινιακή Ερυθρά Ημισέληνος, αφού οι εκτοπισμένοι που είχαν βρει καταφύγιο σε αυτό το εγκατέλειψαν.
Αντιδρώντας οργισμένα στην αποχή των ΗΠΑ όταν διεξήχθη η ψηφοφορία με την οποία εγκρίθηκε απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που απαιτεί «άμεση κατάπαυση του πυρός» στη Λωρίδα της Γάζας, η κυβέρνηση Νετανιάχου ακύρωσε την αποστολή αντιπροσωπείας στις ΗΠΑ που επρόκειτο να συζητήσει το σχέδιο να διεξαχθεί χερσαία επιχείρηση στη Ράφα.
Ανώτερος αμερικανός αξιωματούχος είπε ωστόσο χθες πως οι υπηρεσίες του ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου ενημέρωσαν πως «θα επιθυμούσαν να συμφωνηθεί νέα ημερομηνία» για τις συνομιλίες αυτές.
Μετά την πόλη της Γάζας και τη Χαν Γιούνις, ο ισραηλινός στρατός σχεδιάζει πλέον να συνεχίσει τις χερσαίες επιχειρήσεις του στο νότιο άκρο του παλαιστινιακού θυλάκου, που θεωρεί το έσχατο μεγάλο οχυρό του στρατιωτικού βραχίονα της Χαμάς, όμως στην πόλη αυτή έχουν βρει καταφύγιο κάπου 1,5 εκατ. Παλαιστίνιοι, , που εγκατέλειψαν για να σωθούν από τους βομβαρδισμούς και τις μάχες άλλους τομείς του θυλάκου, ειδικά τον βορρά.
Οι ΗΠΑ, ο βασικός σύμμαχος του Ισραήλ, επιμένουν να προειδοποιούν εναντίον νέων μαζικών απωλειών ζωών αμάχων και της περαιτέρω απομόνωσης του Ισραήλ και προτείνουν «εναλλακτικές» στη χερσαία επίθεση. Προτείνουν επιλογές όπως στοχευμένα πλήγματα εναντίον ηγετών της Χαμάς.
Παράλληλα το Κατάρ, χώρα που μεσολαβεί μαζί με την Αίγυπτο και τις ΗΠΑ στις έμμεσες διαπραγματεύσεις Ισραήλ/Χαμάς για να εξασφαλιστεί ανακωχή αρκετών εβδομάδων, συνοδευόμενη από ανταλλαγή ισραηλινών ομήρων και παλαιστινίων φυλακισμένων, διαβεβαιώνει πως οι συνομιλίες συνεχίζονται.
«Απειλές»
Ο πόλεμος, που διανύει την 174η ημέρα του, ξέσπασε την 7η Οκτωβρίου, όταν ο στρατιωτικός βραχίονας της Χαμάς προχώρησε με ορμητήριο τη Λωρίδα της Γάζας σε επίθεση άνευ προηγουμένου σε τομείς της νότιας ισραηλινής επικράτειας, η οποία στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 1.160 ανθρώπους, στην πλειονότητά τους αμάχους, σύμφωνα με καταμέτρηση του Γαλλικού Πρακτορείου βασισμένη σε επίσημα ισραηλινά δεδομένα. Κατά ισραηλινές πηγές, άλλοι 250 και πλέον άνθρωποι απήχθησαν εκείνη την ημέρα, από τους οποίους πάνω από 130 πιστεύεται πως εξακολουθούν να κρατούνται στον θύλακο — όμως 34 πιστεύεται πως είναι νεκροί.
Σε αντίποινα, η πολιτική ηγεσία του Ισραήλ ορκίστηκε να «εξαλείψει» τη Χαμάς, κίνημα που χαρακτηρίζει, όπως και οι ΗΠΑ και η ΕΕ, «τρομοκρατική» οργάνωση. Στις επιχειρήσεις του ισραηλινού στρατού έχουν χάσει τη ζωή τους τουλάχιστον 32.490 άνθρωποι, στη μεγάλη πλειονότητά τους άμαχοι, κατά τους αριθμούς που δημοσιοποίησε χθες το υπουργείο Υγείας της Χαμάς.
Η ειδική εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών που έκρινε ότι υπάρχουν «βάσιμοι λόγοι» να πιστεύει ότι το Ισραήλ διέπραξε πολλές «πράξεις γενοκτονίας» στη Γάζα, η Φραντσέσκα Αλμπανέζε, δήλωσε χθες πως δέχθηκε «απειλές», τόνισε όμως ότι δεν έχει πρόθεση να παραιτηθεί.
Μεγάλος αριθμός χωρών, κυρίως αραβικών και μουσουλμανικών, αλλά και στη Λατινική Αμερική, εξέφρασε αυτή την εβδομάδα την υποστήριξή του στην ειδική εισηγήτρια των Ηνωμένων Εθνών για τα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη που βρίσκεται συχνά στο στόχαστρο του Ισραήλ.
«Μερικά χιλιόμετρα»
Εκτός από τον ολοένα πιο βαρύ απολογισμό των θυμάτων και τις κολοσσιαίες υλικές καταστροφές, ο πόλεμος αυτός προκαλεί ανθρωπιστική καταστροφή στη στενή παραθαλάσσια λωρίδα γης όπου οι περισσότεροι από τους 2,4 εκατ. κάτοικοι απειλούνται από λιμό, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
Ενώ η ανθρωπιστική βοήθεια που μεταφέρεται μέσω χερσαίων οδών υποβάλλεται σε εξονυχιστικούς ελέγχους από το Ισραήλ και φθάνει σε αυτούς που τη χρειάζονται με το σταγονόμετρο, αραβικές και δυτικές χώρες ρίχνουν καθημερινά με αλεξίπτωτα δέματα με τρόφιμα, ειδικά στο βόρειο τμήμα της Λωρίδα της Γάζας, όπου η κατάσταση χαρακτηρίζεται απελπιστική.
«Τρόφιμα συνήθως ρίχνονται με αλεξίπτωτα όταν ο κόσμος είναι απομονωμένος, εκατοντάδες χιλιόμετρα από όλα. Εδώ, η βοήθεια βρίσκεται μόλις μερικά χιλιόμετρα μακριά. Πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τους δρόμους», τόνισε ο Τζέιμς Έλντερ, εκπρόσωπος της UNICEF, από τη Ράφα.
Προχθές Τρίτη, η Χαμάς ανακοίνωσε τον θάνατο 18 ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων 12 που πνίγηκαν καθώς προσπαθούσαν να μαζέψουν τρόφιμα που ερρίφθησαν με αλεξίπτωτα από αεροσκάφη αλλά κατέληξαν στη θάλασσα, καθώς και άλλων έξι που ποδοπατήθηκαν υπό παρόμοιες συνθήκες. Το παλαιστινιακό ισλαμιστικό κίνημα κάλεσε να σταματήσουν οι αεροπορικές ρίψεις δεμάτων τροφίμων.
«Όταν τα αλεξίπτωτα έπεσαν στο νερό, νεαροί και παιδιά βούτηξαν στο νερό και κατευθύνθηκαν προς αυτά. Δυστυχώς, δεν επέστρεψαν όλοι», αφηγήθηκε ο Ουντάι Νάσαρ, αυτόπτης μάρτυρας.
Θα ακούσει το Ισραήλ την προειδοποίηση να μην προχωρήσει σε χερσαία επίθεση ευρείας κλίμακας στη Ράφα; Η απάντηση μένει να δοθεί, πάντως, σχεδόν έξι μήνες έπειτα από το ξέσπασμα του πολέμου ανάμεσα στον ισραηλινό στρατό και τη Χαμάς, η Ουάσιγκτον παίρνει πλέον εμφανώς τις αποστάσεις της από έναν από τους στενούς συμμάχους της.
Οι ΗΠΑ επέλεξαν την αποχή τη Δευτέρα, κατά την ψηφοφορία που διεξήχθη στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, επιτρέποντας έτσι για πρώτη φορά την υιοθέτηση στη θεωρία νομικά δεσμευτικής απόφασης που απαιτεί άμεση κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας.
Πυροδοτώντας την οργή του ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος ακύρωσε την επίσκεψη ισραηλινής αντιπροσωπείας στην Ουάσιγκτον για να συζητηθούν ακριβώς οι αμερικανικές ανησυχίες σχετικά με την επίθεση στη Ράφα, στο νότιο άκρο του παλαιστινιακού θυλάκου, μεγάλο μέρος του οποίου μετατράπηκε σε σορούς από συντρίμμια εξαιτίας του πολέμου.
Ανώτερος αμερικανός αξιωματούχος είπε πάντως χθες πως οι υπηρεσίες του ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου ενημέρωσαν πως «θα ήθελαν να συμφωνηθεί νέα ημερομηνία» για να οργανωθούν οι συνομιλίες αυτές.
Η Ουάσιγκτον έχει εναντιωθεί δημόσια και επανειλημμένα στους ισραηλινούς σχεδιασμούς για την επίθεση στη Ράφα, όπου έχει καταφύγει το μεγαλύτερο μέρος των Γαζαίων, που εγκατέλειψε για να σωθεί από τους βομβαρδισμούς και τις μάχες άλλους τομείς του θυλάκου, ειδικά στον βορρά.
Ήδη σε άβολη θέση καθώς ο απολογισμός των θυμάτων στη Λωρίδα της Γάζας έχει ξεπεράσει τους 32.000 νεκρούς, που ήταν στη μεγάλη πλειονότητά τους άμαχοι, οι ΗΠΑ επιμένουν να προειδοποιούν εναντίον νέων μαζικών απωλειών των ζωών αμάχων και της περαιτέρω απομόνωσης του Ισραήλ και προτείνουν «εναλλακτικές» στη χερσαία επίθεση στη Ράφα, το κατά τον πρωθυπουργό Νετανιάχου «τελευταίο οχυρό» της Χαμάς.
«Το είδος της αποστολής που θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε είναι μια περιορισμένη εκστρατεία, πολύ πιο στοχευμένη που παρ’ όλ’ αυτά θα επιτύγχανε τους ίδιους στόχους, αλλά χωρίς να προκαλέσει μαζικά κακό στον άμαχο πληθυσμό», δήλωσε χθες ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Μάθιου Μίλερ.
Ωστόσο ο κ. Νετανιάχου προειδοποίησε πως θα διατάξει επιχείρηση στη Ράφα με ή χωρίς την πολιτική υποστήριξη των ΗΠΑ, ενώ μάλιστα ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν βρισκόταν στο Τελ Αβίβ.
Για τον Στίβεν Γουέρθαϊμ, ερευνητή του Carnegie Endowment for International Peace, οι ΗΠΑ «προσπαθούν να περιορίσουν τις ζημιές που θα προκαλούσε τέτοια επιχείρηση» στη Ράφα, που ήδη βομβαρδίζεται εντατικά εδώ μέρες.
«Κανένας απτός αντίκτυπος»
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ υποστήριξε σθεναρά και χωρίς καμιά παρέκκλιση το Ισραήλ από την αρχή του πολέμου, έναυσμα του οποίου ήταν άνευ προηγουμένου επίθεση της Χαμάς σε νότιους τομείς της επικράτειάς του, και συνεχίζει να εφοδιάζει τον ισραηλινό στρατό με όπλα και πυρομαχικά.
Αλλά, εξαιτίας του τεράστιου αριθμού απωλειών στις τάξεις του άμαχου πληθυσμού και τη δραματική ανθρωπιστική κατάσταση, αύξησε την πίεση στο Ισραήλ, καλώντας ιδίως να επιτρέψει να παραδίδεται περισσότερη ανθρωπιστική βοήθεια.
Εξάλλου, η Ουάσιγκτον ανέβασε τον τόνο και πρόσφατα επέβαλε κυρώσεις σε κάποιους εποίκους που κατηγορούνται για βίαια επεισόδια στη Δυτική Όχθη, παλαιστινιακό έδαφος υπό ισραηλινή κατοχή από το 1967.
«Η κυβέρνηση Μπάιντεν επιδιώξει ολοένα περισσότερο να πάρει τις αποστάσεις της από το Ισραήλ και πάνω απ’ όλα από τον Νετανιάχου», κατά το Μάικλ Σιγκ του Washington Institute.
Όμως ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει πει καθαρά και επανειλημμένα πως δεν θα χρησιμοποιήσει τον βασικό μοχλό πίεσης που έχει στα χέρια του — τη στρατιωτική βοήθεια.
Η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας «στέλνει σινιάλο, όμως δεν έχει κανέναν απτό αντίκτυπο στη δυνατότητα του Ισραήλ να συνεχίσει» αυτόν τον πόλεμο, υπογράμμισε ο κ. Σιγκ, ενώ η επιβολή περιορισμών στους εξοπλισμούς «θα είχε πολύ υψηλότερο κόστος» σε στρατηγικό και πολιτικό επίπεδο.
Η κυβέρνηση του Δημοκρατικού προέδρου Μπάιντεν έχει χαώδεις διαφορές απόψεων από αυτή του ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου, που χαρακτηρίζεται «η πιο δεξιά» στην ιστορία του Ισραήλ.
Δεν θα υπάρξει «μεταβολή»
Πέρα από τον τρόπο που διεξάγεται ο πόλεμος, οι δυο κυβερνήσεις διαφωνούν επίσης θεμελιωδώς για την επόμενη ημέρα του πολέμου. Η κυβέρνηση Μπάιντεν θέλει να δει να ξεκινά διαδικασία προς την ίδρυση παλαιστινιακού κράτους. Αυτή του πρωθυπουργού Νετανιάχου δεν είναι διατεθειμένη ούτε καν να συζητήσει τέτοιο ενδεχόμενο.
Ο ηγέτης της πλειοψηφίας των Δημοκρατικών στη Γερουσία Τσακ Σούμερ, αφοσιωμένος υποστηρικτής του Ισραήλ, στενός συνεργάτης του προέδρου Μπάιντεν, προκάλεσε σάλο κατηγορώντας προ ημερών προσωπικά τον κ. Νετανιάχου και καλώντας να διεξαχθούν εκλογές στο Ισραήλ κατά τη διάρκεια παρέμβασής του που ο αμερικανός πρόεδρος χαρακτήρισε «καλή ομιλία».
Αμερικανοί αξιωματούχοι έσπευσαν να διαβεβαιώσουν πως ο Τσακ Σούμερ δεν εκφράστηκε εξ ονόματος της κυβέρνησης. Ωστόσο εκκρεμεί να απαντηθεί το ερώτημα αν απλούστατα είπε μεγαλόφωνα αυτά που λέγονται χαμηλόφωνα στην κυβέρνηση Μπάιντεν.
Μερικούς μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, ο Τζο Μπάιντεν δέχεται ολοένα μεγαλύτερη πολιτική πίεση, όχι μόνο από τον αμερικανικό μουσουλμανικό και αραβικό πληθυσμό, αλλά και από τους νέους ψηφοφόρους και από την αριστερή πτέρυγα του κόμματός του.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση του ινστιτούτου Gallup που δημοσιοποιήθηκε χθες, μόλις το 36% των Αμερικανών εγκρίνει το πώς δρα το Ισραήλ, από 50% τον Νοέμβριο.
Ο Τζέιμς Ράιαν, εκτελεστικός διευθυντής του Middle East Research and Information Project, αναμένει οι «επικρίσεις να γίνουν σκληρότερες», πάντως σε καμία περίπτωση μεγάλη στροφή, «μεταβολή» των ΗΠΑ όσον αφορά την υποστήριξή τους στο Ισραήλ.
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ