Δραματική κλιμάκωση της υποστήριξης της Τεχεράνης στη Μόσχα στον πόλεμο στην Ουκρανία θα συνιστούσε η παράδοση βαλλιστικών πυραύλων από το Ιράν στην Ρωσία δήλωσαν οι ΗΠΑ προσθέτοντας ότι αυτό θα μπορούσε να έχει «σοβαρές συνέπειες».
«Είμαστε απίστευτα ανήσυχοι από τις πληροφορίες αυτές. Οποιαδήποτε μεταφορά ιρανικών βαλλιστικών πυραύλων στη Ρωσία θα συνιστούσε μια δραματική κλιμάκωση της υποστήριξης του Ιράν στη Ρωσία κατά της Ουκρανίας», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Βεντάντ Πατέλ.
Σύμφωνα με τη Wall Street Journal, οι Ηνωμένες Πολιτείες ενημέρωσαν τους Ευρωπαίους συμμάχους τους για την παράδοση ιρανικών πυραύλων μικρού βεληνεκούς στη Ρωσία την ώρα που η Μόσχα εντείνει τις επιθέσεις κατά των πόλεων και των υποδομών της Ουκρανίας.
Το Κρεμλίνο δεν διέψευσε ότι το Ιράν το προμήθευε με τέτοιους πυραύλους, σημειώνοντας ότι η Ρωσία αναπτύσσει όπως εκείνη κρίνει τις σχέσεις της με την Τεχεράνη, κυρίως στους «πιο ευαίσθητους» τομείς. Η Τεχεράνη, από την πλευρά της, διαβεβαίωσε ότι δεν παραδίδει όπλα στη Μόσχα.
«Έχουμε δηλώσει ξεκάθαρα ότι είμαστε έτοιμοι να επιβάλουμε σημαντικές συνέπειες», είπε ο εκπρόσωπος, χωρίς να διευκρινίσει ποια μέτρα θα μπορούσαν να λάβουν οι Ηνωμένες Πολιτείες ή οι σύμμαχοί τους εναντίον του Ιράν.
Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, Τζον Κίρμπι δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το Ιράν έχει προμηθεύσει τη Ρωσία με βαλλιστικούς πυραύλους. Ανώτερος Ιρανός αξιωματούχος διέψευσε τις πληροφορίες χαρακτηρίζοντάς τες «ψυχολογικό πόλεμο». Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης χαρακτήρισε τις πληροφορίες «αξιόπιστες».
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν μεταβαίνει σήμερα έως και την Τρίτη στο Λονδίνο για διήμερη επίσκεψη, για να συζητήσει για τη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, ενόψει της επίσκεψης στις Ηνωμένες Πολιτείες στο τέλος της εβδομάδας του Βρετανού πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ. Ο Μπλίνκεν αναμένεται να συναντήσει κυρίως τον Βρετανό ομόλογό του Ντέιβιντ Λάμι.
Πηγή: The Guardian