Τρεις «γκρίζες ζώνες» περιλαμβάνει ο κυβερνητικός σχεδιασμός σχετικά με τη νέα διαδικασία προσδιορισμού του κατώτατου μισθού στον ιδιωτικό και τον Δημόσιο τομέα, με ορίζοντα εφαρμογής από το 2028 και τις συλλογικές συμβάσεις.
Όπως προκύπτει από την τοποθέτηση της υπουργού Εργασίας Νίκης Κεραμέως κατά την διάρκεια συνέντευξης τύπου που παραχώρησε για το θέμα:
– Στο πλαίσιο της νέας διαδικασίας, η οποία αναμένεται να κατοχυρωθεί νομοθετικά έως το τέλος του έτους, θα συγκροτηθεί κοινή επιτροπή εργαζομένων -εργοδοτών, η οποία θα έχει συμβουλευτικά χαρακτήρα και επομένως το μισθολογικό μέρος αποκόπτεται οριστικά από την Εθνική Γενική Σύμβαση Εργασίας.
– Θα προβλέπεται ρήτρα παρέκκλισης, η οποία ανάλογα με την οικονομική συγκυρία θα οδηγεί είτε στον περιορισμό της προβλεπόμενης από τον τύπο υπολογισμού αύξησης είτε στο “πάγωμα” του κατώτατου μισθού, σε περίπτωση που η πρόβλεψη είναι αρνητική, προκειμένου να αποφευχθεί μείωση των κατώτατων αποδοχών.
-Ο διάλογος της κυβέρνησης με τους εκπροσώπους εργαζομένων και εργοδοτών για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, θα ξεκινήσει αμέσως μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κυβερνητική πρόβλεψη σχετικά με την κάλυψη του 80% των εργαζομένων (σύμφωνα με τη σχετική κοινοτική οδηγία), αντί του περίπου 25% που καταγράφεται σήμερα.
Η υπουργός Εργασίας, αναφερόμενη στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους να «αλλάξουν νοοτροπία και να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι».
Για την μη επαναφορά του δικαιώματος των κοινωνικών εταίρων να καθορίζουν τον κατώτατο μισθό, η Νίκη Κεραμέως υποστήριξε ότι «δεν εκπροσωπούν όλους τους εργαζόμενους, ούτε τους ανέργους».
Η υπουργός Εργασίας έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στην προβλεψιμότητα των αυξήσεων για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, επισημαίνοντας παράλληλα την περαιτέρω μείωση του μη μισθολογικού κόστους. Πρόκειται για τη νέα υποχώρηση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μία ποσοστιαία μονάδα (0,5 από εργοδότες και 0,5 από εργαζόμενους), η οποία θα κατοχθρωθεί νομοθετικά εντός των επομένων ημερων.
Στις αρχές του 2025, θα ενεργοποιηθεί Επιτροπή Διαβούλευσης, που θα περιλαμβάνει εκπροσώπους από όλους τους Κοινωνικούς Εταίρους και Φορείς της Οικονομίας (πχ ΕΛΣΤΑΤ, ΤτΕ).
Ο νέος τρόπος καθορισμού των κατώτατων αποδοχών, θα έχει ορίζοντα εφαρμογής από το 2028, και θα κυρωθεί νομοθετικά έως το τέλος του τρέχοντος έτους, στο πλαίσιο νομοσχεδίου για την υιοθέτηση της Κοινοτικής Οδηγίας περί επαρκών κατώτατων μισθών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο δεύτερος άξονας του νομοσχεδίου, αφορά -στο πλαίσιο της ίδιας Οδηγίας -την αύξηση στο 80% του ποσοστού των εργαζομένων που πρέπει να καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Σύμφωνα με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, η υπό προώθηση νομοθετική ρύθμιση περιλαμβάνει τέσσερις καινοτομίες:
– Την ασφάλεια, καθώς προβλέπεται ρητά ότι δεν μπορεί να υπάρξει μείωση του κατώτατου μισθού.
– Τη σύνδεση του κατώτατου μισθού με τα πραγματικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας, με βάση υπολογισμού τον πληθωρισμό και την παραγωγικότητα της οικονομίας, μέσω αυτόματου μηχανισμού.
– Την χρήση αντικειμενικών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ και
– την κάλυψη -για πρώτη φορά- και των δημοσίων υπαλλήλων.
Τα συνδικάτα, έχουν ήδη εκφράσει την διαφωνία τους και έχουν προκηρύξει Γενική Απεργία για τις 20 Νοεμβρίου, επισημαίνοντας ότι:
-Διατηρείται το μνημονιακό καθεστώς με την αφαίρεση του δικαιώματος των κοινωνικών εταίρων να διαβουλεύονται και να αποφασίζουν επί του κατώτατου μισθού.
– Προβλέπεται το “πάγωμα” των κατώτατων αποδοχών σε περίπτωση που κριθεί ότι η οικονομική συγκυρία δεν εννοεί την χορήγηση αύξησης.
– Το νέο σύστημα καθιερώνει έναν μόνιμο κόφτη, ένα αυτόματο μισθολογικό πλαφόν δηλαδή, για τους μισθούς των εργαζομένων.
– Οι όποιες αλλαγές, ακόμη κι αν ήταν θετικές, έχουν ορίζοντα εφαρμογής από το 2028 και μετά.
Επομένως, συνεχίζεται η χρήση του ισχύοντος -ανεπαρκούς όπως έχει αποδειχθεί- μοντέλου υπολογισμού του κατώτατου μισθού, ενώ οι πραγματικοί μισθοί είναι μικρότεροι κατά 14% σε σχέση με το 2011 και φυσικά δεν καλύπτονται οι βαριές εισοδηματικές απώλειες που έχουν υποστεί οι εργαζόμενοι εξαιτίας της ακρίβειας.
– Το νέο σύστημα εγκλωβίζει το σύνολο των μισθωτών της χώρας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, με τους δεύτερους μάλιστα να λαμβάνουν 12 αντί για 14 μισθούς ετησίως, δεδομένου ότι παραμένει η μνημονιακή πρόβλεψη για κατάργηση των Δώρων.
– Δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη για την αποκατάσταση των κλαδικών συμβάσεων.
Δημήτρης Κωστάκος



