Στις 23 Φεβρουαρίου 2025 θα διεξαχθούν οι πρόωρες εκλογές στην Γερμανία, σύμφωνα με το Γερμανικό Πρακτορείο Τύπου DPA, το οποίο επικαλείται πηγές των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, Σοσιαλδημοκρατικού (SPD) και Χριστιανοδημοκρατικού (CDU).
Θα προηγηθεί το αίτημα του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς για ψήφο εμπιστοσύνης των βουλευτών της Bundestag στις 16 Δεκεμβρίου, προκειμένου να ανοίξει τον δρόμο για την διεξαγωγή πρόωρων εκλογών στις 23 Φεβρουαρίου 2025, μετέδωσε πριν από λίγο το ιδιωτικό τηλεοπτικό δίκτυο n-tv.
Την επίσημη απόφαση θα πρέπει ωστόσο να λάβει ο ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ.
Σύμφωνα με τις δημοσιογραφικές πληροφορίες στο Βερολίνο υπάρχει ήδη συμφωνία για τις ημερομηνίες. Εάν και όταν ο Σολτς χάσει τη ψηφο εμπιστοσύνης μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο να διαλύσει το κοινοβούλιο και να ορίσει ημερομηνία εκλογών εντός 60 ημερών. Ο Γερμανός πρόεδρος μπορεί να διαλύσει εντός 21 ημερών το κοινοβούλιο, με τις πρόωρες εκλογές να προκηρύσσονται εντός των επόμενων 60 ημερών.
Μετά την αποπομπή του υπουργού Οικονομικού, Κρίστιαν Λίντνερ, την περασμένη εβδομάδα, ο Σολτς διεμήνυσε πως σκοπεύει να συνεχίσει με κυβέρνηση μειοψηφίας έως τις 15 Ιανουαρίου, οπότε και θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης – η απώλεια της οποίας θα προλειάνει τον δρόμο για τις πρόωρες εκλογές έως τα τέλη Μαρτίου.
Με τη Γερμανία να «φλερτάρει» με την ύφεση και τον Τραμπ να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο στα τέλη Ιανουαρίου, η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης δεν έχει τον χρόνο με το μέρος της και η αντιπολίτευση αξιώνει δραστική επίσπευση των διαδικασιών.
Ο Φρίντριχ Μερτς, πρόεδρος του CDU και πιθανός διάδοχος του Σολτς βάσει των δημοσκοπήσεων, έχει καλέσει τον Σολτς να διασφαλίσει ότι οι εκλογές θα διεξαχθούν πριν από την ορκωμοσία Τραμπ, στις 20 Ιανουαρίου, υποστηρίζοντας ότι η πολιτική κρισιμότητα της διεθνούς συγκυρίας απαιτεί βιάση. «Δεν έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε μια κυβέρνηση μειοψηφίας στη Γερμανία για αρκετούς μήνες», είπε.
Εξάλλου, ο Μερτς επιδιώκει τη «σπουδή», θέλοντας να αξιοποιήσει τις ευνοϊκές για το CDU δημοσκοπήσεις και παράλληλα να μειώσει το χρόνο ανασυγκρότησης του SPD. Από την άλλη, τον Σολτς θα ευνοούσε μία σχετική πίστωση χρόνου ώστε να βελτιώσει τις πιθανότητες του κόμματός του.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν ευρύ προβάδισμα (32%) στο CDU του Μερτς και το συντηρητικό αδερφό κόμμα των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), συνασπισμός που πιθανότατα θα ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης συνασπισμού. Οι Σοσιαλδημοκράτες του Σολτς βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην τρίτη θέση, πίσω από το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), με ποσοστό 16%.
Καθώς το CDU έχει διαμηνύσει πως δεν θα συνεργαστεί με το AfD για τον σχηματισμό συνασπισμού, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα στραφεί στο SPD του Σολτς (το οποίο, μέχρι τότε, δεν αποκλείεται να έχει έναν νέο επικεφαλής – με εξαιρετικά δημοφιλή μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών και των πολιτών τον υπουργό Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους που χαίρει υψηλών ποσοστών αποδοχής). Παρόλα αυτά και με βάση τις δημοσκοπήσεις, οι συντηρητικοί και το SPD πιθανότατα θα χρειαστούν ένα τρίτο κόμμα για τη συγκυβέρνηση.
Οι Πράσινοι -που σήμερα συγκεντρώνουν ποσοστό 10% στις δημοσκοπήσεις- έχουν γίνει μόνιμος στόχος των CDU/CSU για τις πολιτικές τους σε θέματα μετανάστευσης και κλίματος. Το FDP θα πρόεβαλλε ως καλύτερη λύση για συγκυβέρνηση με τους συντηρητικούς, αλλά θα πυροδοτούσε τις ενστάσεις του SPD. Εξάλλου, οι Φιλελεύθεροι ίσως να μην αποτελούν ούτως ή άλλως επιλογή καθώς αυτή τη στιγμή συγκεντρώνουν ποσοστό 4% – κάτω από το όριο εισόδου στο κοινοβούλιο.
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ