«Εκείνη την εποχή πίστευα πως η ζωή μου δε θα μπορούσε να γίνει χειρότερη. Θα σας δώσω μια συμβουλή: Ποτέ μην κάνετε αυτή τη σκέψη, πάντα υπάρχουν και χειρότερα (σ. 80)».
Ο Ντίμον εξιστορεί τη ζωή του. Γεννημένος στην πιο εξασθενημένη οικονομικά περιοχή της Αμερικής, στα Απαλάχια, από μια δεκαοχτάχρονη αλκοολική γυναίκα και έναν πατέρα που πέθανε πριν γεννηθεί ο γιος του, ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να επιβιώσει κόντρα σε όλες τις αντίξοες συνθήκες. Η μητέρα του πεθαίνει, ο πατριός του τον παρατάει, ο Ντίμον πηγαίνει σε σπίτια αναδόχων οικογενειών που ενδιαφέρονται μόνο για το επίδομα, βρίσκει τη γιαγιά του, γνωρίζει την οικογενειακή θαλπωρή στο σπίτι ενός προπονητή, ερωτεύεται, εθίζεται σε ουσίες. Σταθερό καταφύγιο αποτελούν η ζωγραφική και τα κόμικς και η ελπίδα ότι ίσως αντικρίσει κάποια στιγμή τον ωκεανό.
Η Μπάρμπαρα Κίνγκσολβερ εμπνέεται από τον Τσαρλς Ντίκενς και τον «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ» για να συνθέσει μια μεγάλη, επική αφήγηση για την οδύσσεια ενός παιδιού που μεγαλώνει στο σκοτάδι και παλεύει να βγει στο φως. Κυνικό και πικρά σαρκαστικό χιούμορ διατρέχει όλο το βιβλίο, μαζί με την αναλυτική απεικόνιση της ζωής περιθωριοποιημένων ομάδων στα Απαλάχια. Η πολυβραβευμένη συγγραφέας καταθέτει έτσι τον δικό της ύμνο στον αγώνα και το μακρύ ταξίδι ενηλικίωσης. Ο «Ντίμον Κόπερχεντ» βραβεύτηκε με το Πούλιτζερ μυθιστορήματος και το Women’s Prize for Fiction το 2023, ψηφίστηκε ως ένα από τα εκατό καλύτερα μυθιστορήματα του εικοστού πρώτου αιώνα από τους New York Times, ενώ οι αναγνώστες του ίδιου εντύπου τού έδωσαν την πρώτη θέση στα αγαπημένα τους αναγνώσματα.
«Τι είπα πριν για εκείνη τη χρυσή εποχή στη ζωή σου που όλα είναι καλά, οι άνθρωποί σου σε στηρίζουν κι εσύ δεν το καταλαβαίνεις; Έτσι σε δαγκώνει ο σκληρός ο κόσμος. Έχω άπειρες κακές μέρες να θυμάμαι, πολλούς εξευτελισμούς και ξυλοδαρμούς. Ένα όμως έχω να σας πω: Οι χρυσές εποχές είναι που με σκοτώνουν. Είχα δύο τέτοιες στη ζωή μου. Και σαν ηλίθιος, τις έχασα και τις δυο (σ. 363)».
Ο «Ντίμον Κόπερχεντ» της Μπάρμπαρα Κίνγκσλοβερ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός σε μετάφραση Κατερίνας Σχινά.
Κώστας Μοστράτος