Ένα σύμβολο με τεράστιο νοηματικό βάρος και βάθος, σαν το παγόβουνο που μόνο το ένα δέκατό του είναι πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, είναι και η σβάστικα, ο δεξιόστροφος αγκυλωτός σταυρός (ο αριστερόστροφος λέγεται «σωβάστικα»). Ετυμολογικά, η λέξη παράγεται από τη σανσκριτική λέξη «svastika», από τον όρο «svasti», που σημαίνει ευτυχία, ευεξία – το σύμβολο θεωρείτο πως έφερνε καλοτυχία.
Η σβάστικα ήταν ιερό σύμβολο του Βουδισμού και του Ινδουισμού – υπάρχουν κάποια ωραία αγάλματα του Βούδα με τη σβάστικα στο στήθος. Τον αγκυλωτό σταυρό επίσης χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες, (ήταν σύμβολο του Δία), αλλά και ως ηλιακό σύμβολο οι Πέρσες, οι Χετταίοι, οι Κέλτες, οι Γερμανοί, οι Φιλανδοί και οι Σλάβοι, οι Βίκινγκ, αλλά και οι ιθαγενείς της Βόρειας Αμερικής. Διακοσμητικές σβάστικες υπάρχουν στην Τροία, την Πομπηία, σε ελληνικούς αμφορείς και κράνη, σε ιρανικά περιδέραια, σε τύμπανα σαμάνων από τον Καύκασο, μέχρι και σε κινέζικα χειρόγραφα.
Το πανάρχαιο, από τη νεολιθική εποχή, θετικό σύμβολο φωτός και καλοτυχίας καραχράστηκε ο Χίτλερ και οι θεωρητικοί των Ναζί, για να δηλώσουν την υποτιθέμενη Άρια καταγωγή τους. Από τότε, η σβάστικα φορτίστηκε τόσο πολύ αρνητικά, που έγινε ένα αληθινά μισητό έμβλημα, το σήμα κατατεθέν του ναζισμού, φασισμού και επιθετικού κρετινισμού γενικότερα.
Ωστόσο, πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα εξεγερθεί στη θέα αυτού του μισητού, πλέον, συμβόλου. Το 1985, στη Σουηδία, η Ντανούτα Ντάνιελσον, μια πολωνοεβραία παντρεμένη με Σουηδό, που η μάνα της ήταν μία από τις κρατούμενες στο Άουσβιτς, κοπάνησε στο κεφάλι με τη τσάντα της ένα νεαρό νεοναζί, που διαδήλωνε μαζί με ομοϊδεάτες του τού Nordic Reich Party. Η Ντανούτα έγινε άγαλμα, κι έτσι ρίχνει στο διηνεκές την τσαντιά της στους Ναζί όπου γης, που έχουν ξανασηκώσει κεφάλι.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη από πολλές Ντανούτες, αλλά καθόλου σβάστικες.