Ένα ωραίο, παραστατικό ρήμα που χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να πούμε πως ταλαιπωρούμε, πως βασανίζουμε κάποιον, είναι και το «πιλατεύω». Η ετυμολόγησή του δεν είναι αυτονόητη, αλλά πιθανότατα η λέξη προέρχεται από τον Πόντιο Πιλάτο, τον Ρωμαίο διοικητή της Ιουδαίας που τελικά παρέδωσε τον Ιησού βορά στις εκδικητικές ορέξεις των συμπατριωτών του.
Θα θυμάστε από τη Βίβλο πως ο Πιλάτος, ο ντε φάκτο έπαρχος της Ιουδαίας, έδωσε στον Ιησού τη δυνατότητα να σωθεί, αλλά ο μαινόμενος όχλος προτίμησε να σώσει τον ληστή Βαρραβά από τον σταυρικό θάνατο, αντί του Χριστού. Τέλος πάντων, ο Πιλάτος έκανε ό,τι μπορούσε, και το ρήμα τον αδικεί. Πιο σωστό στην ιστορική αλήθεια θα ήταν να λέμε «αρχιερεύω», αντί πιλατεύω, ως συνώνυμο του «βασανίζω και ταλαιπωρώ», μιας και ο Ιησούς έφτασε στους Ρωμαίους για να δικαστεί, κατηγορούμενος από τον συμπατριώτη του Εβραίο Αρχιερέα, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Τώρα βέβαια, εάν ο Πιλάτος αθώωνε τον Ιησού, και τον άφηνε να γυρίσει σπίτι του, δεν θα είχαμε τη σταύρωση, και κατά συνέπεια, την Ανάσταση, τους δυο πυλώνες δηλαδή στους οποίους στηρίζεται η Χριστιανική θρησκεία. Άρα, δεν θα είχαμε Χρισταινισμό, τουλάχιστον όπως τον ξέρουμε, οπότε ο Πιλάτος, όπως και ο Ιούδας, ήταν οι πιο απαραίτητοι δευτεραγωνιστές του θείου δράματος. Εν πάση περιπτώσει, αυτοί οι προβληματισμοί αφορούν μονο τους θεολόγους – τους Χριστιανούς τους φτάνει το ότι ο Πιλάτος έκανε τη δουλειά του.
Τώρα, το όνομα Πιλάτος σημαίνει αυτόν που είναι οπλισμένος με ακόντιο, από το «πίλουμ», που σημαίνει ακόντιο. Επίσης, να προσθέσω, καταχρώμενος την ανοχή σας, πως στην αργκό, «πιλατεύομαι», στην παθητική φωνή, σημαίνει ασκούμαι με τη μέθοδο γυμναστικής «πιλάτες», από τον Γιόζεφ Χουμπέρτους Πιλάτες, που την επινόησε, αλλά μην πείτε αυτό τον ορισμό στον κύριο Μπαμπινιώτη.