Μία από τις λέξεις που λες και πλάστηκαν για να περιγράψουν την τρέχουσα ελληνική πραγματικότητα, ειδικά στον τομέα της γραφειοκρατίας και της αρτηριοσκληρωτικής δυσκινησίας του δημοσίου τομέα, είναι και το περίφημο «αλαλούμ».
Μιλάμε για μια εμβληματική λέξη, που αξιώθηκε να εμφανιστεί και στο σινεμά, ως τίτλος σπονδυλωτής ταινίας του του Χάρρυ Κλυνν, σε σενάριο δικό του και του Γιάννη Κακουλίδη, που γυρίστηκε το 1982, σατιρίζοντας την Ελλάδα της Αλλαγής, αν θυμάστε. Πραγματικά αλαλούμ, αν σκεφτεί κανείς πως ο τρίτος σκηνοθέτης του φιλμ, εκτός από τον Γιώργο Αποστολίδη και τον Γιάννη Τυπάλδο, ήταν και ο εθνικός μας κινηματογραφικός βιογράφος, ή μάλλον αγιογράφος, ο κύριος Γιάννης Σμαραγδής.
Εν πάση περιπτώσει, αλαλούμ σημαίνει, σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, την κατάσταση σύγχυσης ή αναστάτωσης, την ανακατωσούρα. Και ετυμολογείται πιθανώς από τη φράση «άλλα άλλων», ή από παιδικά παιχνίδια και τραγούδια, ή από το αραβικό επιφώνημα ulalum. Όχι, λέει το Λεξικό του Τρανταφυλλίδη, και αναφέρει πως αλαλούμ είναι στη θεατρική γλώσσα, «η παράσταση κατά την οποία οι ηθοποιοί παίζουν και λένε ό,τι θέλουν σκόπιμα, για να δημιουργήσουν μια εικόνα απόλυτης σύγχυσης και ακαταστασίας, και έτσι να πανηγυρίσουν μια πετυχημένη σειρά παραστάσεων, ή να δοκιμάσουν πρωτοεμφανιζόμενο συνάδελφό τους».
Τώρα, εγώ τί να σας πως παραπάνω; Ό,τι και να πω, μάλλον θα εντείνω, από ετυμολογικής και νοηματικής σκοπιάς, το γενικό αλαλούμ που επικρατεί ολούθε, δηλαδή την απόλυτη σύγχυση, την ακαταστασία και τον παραλογισμό που επικρατεί σε ένα τόπο, όπου η επικάλυψη αρμοδιοτήτων των κρατικών θεσμών περιγράφεται γλαφυρά από τη φράση «τρεις λαλούν και δυο χορεύουν», κάτι που είναι απολύτως ακατανόητο για οποιονδήποτε δεν μετέχει της ελληνικής παιδείας, λέμε τώρα.