Ο ευρωπαϊστής δήμαρχος του Βουκουρεστίου Νικούσορ Νταν κέρδισε τον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών που διεξήχθησαν σήμερα στη Ρουμανία, σύμφωνα με τα σχεδόν οριστικά αποτελέσματα, σε μια δραματική ανατροπή σε σύγκριση με τον πρώτο γύρο.
Μετά την καταμέτρηση άνω του 90% των ψηφοδελτίων, ο κεντρώος υποψήφιος συγκέντρωσε σχεδόν το 54% των ψήφων, έναντι 46% για τον ηγέτη του εθνικιστικού κόμματος AUR Τζότζε Σιμιόν, ο οποίος ωστόσο δήλωσε ότι είναι νικητής, επικαλούμενος “νοθεία”.
Τα exit poll
Νωρίτερα τα exit poll έδειξαν ότι ο Νταν συγκεντρώνει το 55% των ψήφων. Με αφορμή τα exit poll ο Νταν, χαιρέτισε “τη νίκη μιας κοινότητας Ρουμάνων που θέλουν μια βαθιά αλλαγή”. “Ας χαρούμε αυτή τη βραδιά και από αύριο, ανοικοδομούμε τη Ρουμανία”, πρόσθεσε ενώπιον των υποστηρικτών του που φώναζαν “Ευρώπη” και “Ενότητα”.
Την ίδια ώρα, ο αντίπαλός του, Σιμιόν, απέρριψε το αποτέλεσμα των exit poll, υποστηρίζοντας ότι έχει προβάδισμα 40.000 ψήφων. Μιλώντας μάλιστα μπροστά από το κοινοβούλιο, αυτοανακηρύχθηκε “νέος πρόεδρος της Ρουμανίας”, υπολογίζοντας στις ψήφους της μεγάλης διασποράς για να κερδίσει και καταγγέλλοντας “νοθεία”.
Ο Σιμιόν, υπέρμαχος της εθνικής κυριαρχίας και μεγάλος θαυμαστής του Ντόναλντ Τραμπ, κυριάρχησε στον πρώτο γύρο στις 4 Μαΐου λαμβάνοντας σχεδόν 41%, διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με του αντιπάλου του.
Ωστόσο, πολλοί Ρουμάνοι κινητοποιήθηκαν εν τω μεταξύ για να ανατρέψουν το αποτέλεσμα μιας ψηφοφορίας που παρουσιάστηκε ως κρίσιμη για το ευρωπαϊκό μέλλον της χώρας που γειτνιάζει με την Ουκρανία, πέντε μήνες μετά την ιδιαίτερα σπάνια ακύρωση μιας ψηφοφορίας που στιγματίστηκε από υποψίες για ρωσική ανάμιξη.
Το ποσοστό συμμετοχής ανήλθε σχεδόν στο 65%, έναντι μόλις 53% στον πρώτο γύρο.
Οι εκλογές στη Ρουμανία διεξάγονται έξι μήνες μετά την ακύρωση του αρχικού γύρου λόγω κατηγοριών για ρωσική παρέμβαση (που αρνήθηκε η Μόσχα) υπέρ του ακροδεξιού υποψηφίου Καλίν Γκεόργκεσκου, στον οποίο στη συνέχεια απαγορεύτηκε η συμμετοχή.
Η ακύρωση επικρίθηκε από πολλούς, μεταξύ αυτών και από την κυβέρνηση Τραμπ, και η άνοδος του Σίμιον οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στη δημόσια οργή για την απόφαση, καθώς και στην απογοήτευση από τα κυρίαρχα κόμματα που κατηγορούνται για το υψηλό κόστος διαβίωσης και για διαφθορά.