Η πρόσφατη δέσμευση της Αιγύπτου να διατηρήσει «το μοναδικό και ιερό θρησκευτικό καθεστώς της Μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά» ήταν κάπως, αλλά όχι εντελώς καθησυχαστικές, όσον αφορά το μέλλον του αρχαιότερου ορθόδοξου μοναστηριού στον κόσμο.
Η Ιερά Αυτόνομος Βασιλική Μονή Αγίας Αικατερίνης του Αγίου και Θεοβαδίστου Όρους Σινά, είναι χτισμένη στο σημείο, όπου σύμφωνα με τη Βίβλο, βρισκόταν η «φλεγόμενη βάτος», ένας πυκνός αγκαθωτός θάμνος από βάτα, μια βατουλιά, η οποία φλεγόταν αλλά δεν καιγόταν, δεν γινόταν στάχτη, ενώ, μέσω αυτής ο Θεός μίλησε στον Μωυσή. Αυτή η βάτος, σύμφωνα με τους Μοναχούς, υπάρχει ακόμα εντός της Μονής. Το μοναστήρι είναι χτισμένο στο όρος Σινά, όπου εκεί παρέλαβε από τον Θεό, σύμφωνα με τη θρησκευτική παράδοση, τις Δέκα Εντολές ο Μωυσής. Η Μονή χτίστηκε από τον Ιουστινιανό μεταξύ 527 και 565, με αρχικό όνομα «Μονή του Βάτου», και μετά «Μονή της Παναγίας». Στην Αγία Αικατερίνη αφιερώθηκε τον 14ο αιώνα.
Η Μονή, που αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO από το 2002, έχει λάβει την προστασία του ίδιου του Μωάμεθ, του Προφήτη του Ισλάμ, με τη μορφή μιας «Αχτναμέ», μιας ιδιόγραφης υποχρέωσης ή Διαθήκης, που είναι επικυρωμένη με το παλαμικό του αποτύπωμα, ενώ διαθέτει, εκτός από τις μοναδικές εικόνες και τα ψηφιδωτά, και μια αριστουργηματική συλλογή πρωτοχριστιανικών χειρογράφων που συγκρίνονται μόνο με αυτή του Βατικανού.
Ο τόπος, το όρος Σινά, είναι ιερός όχι μόνο για τους Εβραίους, τους Μουσουλμάνους και τους Χριστιανούς. Το τοπωνύμιο «Σινά» προέρχεται, σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, από το εβραϊκό Sinai, από την έρημο Sin, που πήρε το όνομά της από τον ομώνυμο θεό της Σελήνης, τον οποίο λάτρευαν οι Σουμέριοι και οι Χαλδαίοι. Πολλοί θεοί έχουν βαδίσει στο θεοβάδιστο όρος από την αυγή της Ισορίας – φαίνεται πως η θεότητα προτιμά την έρημο.