Συμβαίνει τώρα

Επιφυλάξεις για τον συμβιβασμό ΕΕ-ΗΠΑ στο εμπόριο – Τι περιλαμβάνει η συμφωνία Τραμπ-Φον ντερ Λάιεν

Εκτός από την ανησυχία οικονομικών και επιχειρηματικών  κύκλων στην Ευρώπη, προβληματισμό έσπευσαν να εκφράσουν και κυβερνητικοί κύκλοι στην Γαλλία για συμφωνία για το εμπόριο που ανακοινώθηκε ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΕ και προβλέπει ότι οι αμερικανικοί δασμοί στα ευρωπαϊκά προϊόντα θα ανέρχονται στο 15% . Η συμφωνία παρέχει «προσωρινή σταθερότητα» μεν, αλλά παραμένει «ετεροβαρής», εκτίμησε σήμερα ο Μπενζαμέν Χαντάντ, υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Γαλλίας.

Ο ίδιος προειδοποίησε εναντίον του κινδύνου οι Ευρωπαίοι να υποστούν πολύ βαριές απώλειες αν «δεν ξυπνήσουν».

Ο κ. Χαντάντ εξέφρασε ικανοποίηση διότι η συμφωνία εξαιρεί «τομείς-κλειδιά της γαλλικής οικονομίας (αεροναυτική, οινοπνευματώδη, φάρμακα)», αποκλείει «οποιαδήποτε παραχώρηση στους ευαίσθητους αγροτικούς τομείς μας» και «διατηρεί» αλώβητους «ευρωπαϊκούς κανονισμούς για ζητήματα όπως η πληροφορική και η υγεία».

«Όμως ας είμαστε σαφείς: η κατάσταση δεν είναι ικανοποιητική και δεν μπορεί να είναι διαρκής», έκρινε ο κ. Χαντάντ, τονίζοντας πως η Ουάσιγκτον «έκανε την επιλογή του οικονομικού εξαναγκασμού περιφρονώντας πλήρως τους κανόνες του ΠΟΕ».

Παράλληλα, ο υπουργός Βιομηχανίας Μαρκ Φερατσί έκρινε πως «αυτή η ιστορία δεν τέλειωσε», εκτιμώντας πως θα χρειαστούν κι άλλες συνομιλίες, διάρκειας εβδομάδων ή ακόμη και μηνών, προτού η συμφωνία οριστικοποιηθεί επίσημα.

Ο κ. Φερατσί είπε στη ραδιοφωνία του RTL πως θα χρειαστεί περισσότερη προσπάθεια για να επανεξισορροπηθούν οι εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ.

Η συμφωνία προβλέπει την εφαρμογή δασμών 15% στα ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στην αμερικανική αγορά, την αγορά από την ΕΕ αμερικανικής ενέργειας αξίας 750 δισεκ. δολαρίων –κατά κύριο λόγο για την αντικατάσταση του αερίου της Ρωσίας– κι ευρωπαϊκές περαιτέρω επενδύσεις στην αμερικανική αγορά, αξίας 600 δισεκ. δολαρίων.

Ανεκτός συμβιβασμός για μια Ευρώπη που δεν είχε τη διαπραγματευτική ισχύ

Όπως επισημαίνει το Reuters, η συμφωνία αποτελεί έναν «ανεκτό συμβιβασμό» για μια Ευρώπη που δεν είχε τη διαπραγματευτική ισχύ να επιβάλει τους όρους της. Η δασμολογική πραγματικότητα των 15% είναι μακριά από την εποχή προ Τραμπ, όπου οι μέσοι δασμοί ΗΠΑ-ΕΕ κυμαίνονταν στο 1,5%.

Παρά τις αρχικές προσδοκίες για συμφωνία «μηδέν-μηδέν», οι Ευρωπαίοι συνειδητοποίησαν ότι το 10% –όπως αυτό που είχε συμφωνηθεί με τη Βρετανία τον Μάιο– ήταν το καλύτερο δυνατό, και τελικά αποδέχθηκαν το 15%, όπως και η Ιαπωνία την προηγούμενη εβδομάδα.

«Η Ε.Ε. δεν έχει μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ από τις ΗΠΑ και η κυβέρνηση Τραμπ δεν βιάζεται», σχολίασε υψηλόβαθμος Ευρωπαίος αξιωματούχος. Ευρωπαίοι διπλωμάτες παραδέχονται ότι η πίεση από τις εξαγωγικές βιομηχανίες –όπως η Nokia και η SSAB– τους ανάγκασε σε ταχεία συμφωνία, καθώς η αβεβαιότητα έπληττε την οικονομία.

Η ευρωπαϊκή πλευρά υποσχέθηκε να αναστείλει τα αντίποινα ύψους 93 δισ. ευρώ, παρότι το εμπορικό της πλεόνασμα με τις ΗΠΑ αγγίζει τα 200 δισ. ευρώ. Σκέψεις για αντιμέτρα στις υπηρεσίες –όπου οι ΗΠΑ έχουν πλεόνασμα 75 δισ.– δεν ευοδώθηκαν, κυρίως επειδή οι ευρωπαίοι πολίτες εξαρτώνται από αμερικανικές υπηρεσίες όπως Netflix, Uber και Microsoft (Reuters).

Η συμφωνία αποτελεί «υπαρξιακή απειλή» για πολλές ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τη γερμανική BGA. «Η Ευρώπη πρέπει να προετοιμαστεί στρατηγικά για το μέλλον», δήλωσε ο πρόεδρος του συνδέσμου Ντιρκ Γιαντούρα. «Χρειαζόμαστε νέες εμπορικές συμφωνίες με τις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις του κόσμου».

Το δύσκολο μέρος μόλις ξεκινά: η εξειδίκευση των όρων της συμφωνίας και η διαχείριση των πολιτικών επιπτώσεων και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού.

Ο Τραμπ περιέγραψε σε αδρές γραμμές τη συμφωνία: δασμοί ύψους 15% στα εισαγόμενα ευρωπαϊκά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων και των αυτοκινήτων, η ΕΕ δεσμεύεται να αγοράσει ενεργειακά προϊόντα ύψους 750 δισεκ. δολαρίων και να κάνει πρόσθετες επενδύσεις ύψους 600 δισεκ. στις ΗΠΑ.

Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, οι Βρυξέλλες θα αγοράσουν, σε διάστημα τριών ετών, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, πυρηνικά καύσιμα και ημιαγωγούς, συμπεριλαμβανομένου του υγροποιημένου αερίου, αξίας 750 δισ. δολαρίων (560 δισ. λιρών), ενώ ταυτόχρονα θα επενδύσουν 600 δισ. δολάρια (446 δισ. λίρες) στις ΗΠΑ, μια συμφωνία που περιλαμβάνει αγορές στρατιωτικού εξοπλισμού.

Ωστόσο, οι ΗΠΑ διατηρούν τη δυνατότητα να αυξήσει τους δασμούς στο μέλλον, εάν οι ευρωπαϊκές χώρες δεν τηρήσουν τις επενδυτικές τους δεσμεύσεις, όπως δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος της αμερικανικής κυβέρνησης στους δημοσιογράφους το βράδυ της Κυριακής.

Η συμφωνία παγώνει το εμπορικό ισοζύγιού ύψους 1,4 τρισ. ευρώ μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ και αποτρέπει την επιβολή δασμού 30% που ο Τραμπ απείλησε να επιβάλει την 1η Αυγούστου, εάν οι διαπραγματεύσεις αποτύγχαναν. 

Για την ΕΕ, οι δασμοί θα μπορούσαν να ήταν χειρότεροι: δεν είναι τόσο καλό όσο το ποσοστό δασμού 10% που έχει το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά είναι ίδιο με το 15% που διαπραγματεύτηκε η Ιαπωνία την περασμένη εβδομάδα.

Για τις ΗΠΑ, αυτό ισοδυναμεί με αναμενόμενο έσοδο περίπου 90 δισεκατομμυρίων δολαρίων από δασμούς στα κρατικά ταμεία — με βάση τα στοιχεία εμπορίου της προηγούμενης χρονιάς — και επιπλέον, εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις που τώρα πρόκειται να εισρεύσουν στη χώρα.

Ένα είναι σαφές: ο Τραμπ πανηγυρίζει μετά την επίτευξη της μεγαλύτερης εμπορικής συμφωνίας στην ιστορία.

Ενώ υπάρχουν πολλά οφέλη για τις ΗΠΑ από αυτή τη συμφωνία, είναι λιγότερο σαφές τι κερδίζει η ΕΕ.

Ήταν χαρακτηριστικό ότι η φον ντερ Λάιεν μίλησε για «επαναζύγισμα» της εμπορικής σχέσης.

Μιλώντας σε πτήση επιστροφής προς τις Βρυξέλλες, ο επίτροπος εμπορίου της ΕΕ, Maroš Šefčovič, δήλωσε ότι ο Τραμπ ήταν «πολύ σκληρός διαπραγματευτής» και ότι «η ατμόσφαιρα ήταν πολύ έντονη».

Παραδέχτηκε ότι το 15% ήταν μια χειρότερη θέση για την ΕΕ από ό,τι πριν από τον Τραμπ, όταν οι δασμολογικοί συντελεστές ήταν κατά μέσο όρο 4,8%, σηματοδοτώντας μια σημαντική νίκη για τις τακτικές απειλών του Τραμπ σχετικά με τους δασμούς.

«Νομίζω ότι το πιο σημαντικό για εμάς ήταν να διασφαλίσουμε αυτή την προβλεψιμότητα και τη σταθερότητα για τις επιχειρήσεις μας», δήλωσε ο Šefčovič.

Η συμφωνία προκαλεί μια άνευ προηγουμένου διαίρεση στο νησί της Ιρλανδίας καθώς οι έμποροι της Βόρειας Ιρλανδίας μπορούν να πωλούν στις ΗΠΑ με δασμολογικό συντελεστή 10%, δημιουργώντας το πλαίσιο για δύσκολες διπλωματικές συνομιλίες σχετικά με τις εγγυήσεις για τη διατήρηση της σταθερότητας σε ολόκληρο το νησί στο πλαίσιο της συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής.

Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της Ιρλανδίας, Simon Harris, δήλωσε ότι «λυπάται» για τον δασμολογικό συντελεστή 15%.

«Υπάρχουν ακόμη πολλές λεπτομέρειες της συμφωνίας που πρέπει να εξετασθούν , μεταξύ άλλων σε σχέση με τον φαρμακευτικό κλάδο, την αεροπορία και άλλους τομείς. Τις επόμενες ημέρες, θα εξετάσουμε τα συμφωνηθέντα και τις πλήρεις επιπτώσεις για τις ιρλανδικές επιχειρήσεις και την οικονομία, συμπεριλαμβανομένων τυχόν επιπτώσεων για την οικονομία ολόκληρου του νησιού», δήλωσε.

Σύγχυση επικρατεί σχετικά με το δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται στον χάλυβα. Ενώ ο Τραμπ ανέφερε ότι ο τιμωρητικός συντελεστής 50% θα συνεχίσει να εφαρμόζεται ως μέρος «μιας παγκόσμιας πολιτικής που παραμένει ως έχει», η φον ντερ Λάιεν δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι θα εφαρμοστεί ένα σύστημα ποσοστώσεων.

Η βρετανική χαλυβουργία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δασμούς 25%, παρά την αρχική υπόσχεση του Τραμπ ότι θα μειωθούν στο μηδέν, με την ελπίδα ότι θα υπάρξουν περαιτέρω παραχωρήσεις όταν ο Τραμπ συναντηθεί με τον βρετανό πρωθυπουργό Κίρ Σταρμερ στη Σκωτία τη Δευτέρα.

Η συμφωνία που θα επιτευχθεί στη Σκωτία είναι πιθανό να γίνει δεκτή με ανακούφιση από τις χρηματοπιστωτικές αγορές όταν ανοίξουν τη Δευτέρα, μετά από μερικούς ταραχώδεις μήνες με νευρικούς επενδυτές που τρομάζουν από την προοπτική ότι οι δασμολογικοί πόλεμοι του Τραμπ θα μπορούσαν να πλήξουν την παγκόσμια οικονομία.

Ο Τραμπ σηματοδότησε επίσης ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί πρόοδος στις εμπορικές συνομιλίες με την Κίνα, με τον πρόεδρο των ΗΠΑ να δηλώνει ότι «είμαστε πολύ κοντά». Αναφορές της South China Morning Post την Κυριακή υποδηλώνουν ότι η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο ετοιμάζονται να ανακοινώσουν παράταση 90 ημερών της αναστολής των δασμών, ώστε να συνεχιστούν οι διαπραγματεύσεις, πριν από την προθεσμία της 12ης Αυγούστου.

Οι αγορές ανέκαμψαν απότομα την περασμένη εβδομάδα, μετά την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας του Τραμπ με την Ιαπωνία, την τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, εν μέσω ελπίδω

Η συμφωνία, οι αναλυτικές λεπτομέρειες της οποίας δεν είναι ακόμη γνωστές, θα πρέπει να επικυρωθεί από τις χώρες μέλη της ΕΕ. Οι μόνιμοι πρεσβευτές τους, που βρίσκονται στη Γροιλανδία, ενημερώθηκαν το πρωί για τις τελευταίες εξελίξεις και θα συνεδριάσουν για να την επικυρώσουν.

Η φον ντερ Λάιεν από την πλευρά της, σχολιάζοντας τη συμφωνία, είπε ότι οι δασμοί ύψους 15% θα ισχύουν για τις περισσότερες ευρωπαϊκές εξαγωγές, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων, των ημιαγωγών και των φαρμάκων. Ειδικά για την αυτοκινητοβιομηχανία, είπε ότι οι δασμοί 15% ήταν «το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε.

Οι δύο πλευρές συμφώνησαν σε μηδενικούς δασμούς εκατέρωθεν για ορισμένα είδη, όπως αεροσκάφη και ανταλλακτικά αεροσκαφών, κάποια αγροτικά και κάποια χημικά προϊόντα. Πρόσθεσε ότι η Ευρώπη θα αγοράσει μεγάλες ποσότητες υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ. «Έχουμε ακόμη πάρα πολύ ρωσικό LNG και επομένως είναι καλοδεχούμενο να αγοράσουμε περισσότερο προσιτό LND από τις Ηνωμένες Πολιτείες», σχολίασε.

Για τις ΗΠΑ, έπεται η Κίνα

Ανακοινώνοντας τη συμφωνία με την ΕΕ, αμέσως μετά από εκείνες των προηγούμενων ημερών με την Ιαπωνία, το Βιετνάμ, τις Φιλιππίνες και την Ινδονησία, μήπως ο Ντόναλντ Τραμπ προσπαθούσε να εκτρέψει την προσοχή από την υπόθεση του Τζέφρι Έπστιν που έχει επανέλθει στην επικαιρότητα; Ένας δημοσιογράφος έθεσε ευθέως το ερώτημα στον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο. «Μου κάνετε πλάκα; Δεν έχει καμία σχέση. Μόνο εσείς το σκέφτεστε αυτό, σήμερα που είναι μια καλή ημέρα για την ευρωπαϊκή οικονομία και την αμερικανική οικονομία», απάντησε ξερά ο Τραμπ.

Αύριο, θα είναι η σειρά της Κίνας και οι διαπραγματευτές των δύο χωρών θα προσπαθήσουν να αποφύγουν μια νέα κλιμάκωση, στη συνάντηση που θα έχουν στη Στοκχόλμη.

“Η σημερινή συμφωνία επιτυγχάνει βεβαιότητα σε αβέβαιους καιρούς”, δήλωσε η πρόεδρος της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, σε δηλώσεις της λίγο μετά τη συνάντησή της με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ στο Τέρνμπερι της Σκωτίας, η οποία κατέληξε σε μια εμπορική συμφωνία μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ, που περιλαμβάνει δασμούς 15% στις ευρωπαϊκές εξαγωγές.η

Ντερ Λάιεν: Η συμφωνία προσφέρει σταθερότητα και προβλεψιμότητα

Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι η συμφωνία που επετεύχθη «προσφέρει σταθερότητα και προβλεψιμότητα για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού» και υπογράμμισε, ότι πρόκειται για μια συμφωνία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών στον κόσμο, με εμπορικές συναλλαγές ύψους 1,6 τρισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως.

«Μόλις λίγες εβδομάδες μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, αυτό είναι το δεύτερο δομικό στοιχείο που επιβεβαιώνει τη διατλαντική συνεργασία», πρόσθεσε η πρόεδρος της Επιτροπής.

Ειδικότερα, αναφερόμενη στις λεπτομέρειες της εμπορικής συμφωνίας, η Φον ντερ Λάιεν τόνισε ότι προβλέπεται ένας «ενιαίος δασμολογικός συντελεστής 15%» για τη συντριπτική πλειοψηφία των εξαγωγών της ΕΕ, ο οποίος ισχύει στους περισσότερους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων, των ημιαγωγών και των φαρμακευτικών προϊόντων.

Επιπλέον, ανέφερε ότι συμφωνήθηκαν μηδενικοί δασμοί σε μια σειρά στρατηγικών προϊόντων: σε όλα τα αεροσκάφη και τα εξαρτήματά τους, σε ορισμένα χημικά, ορισμένα γενόσημα φάρμακα, σε ημιαγωγούς, σε ορισμένα γεωργικά προϊόντα, σε φυσικούς πόρους και κρίσιμες πρώτες ύλες. «Θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για να προσθέσουμε περισσότερα προϊόντα σε αυτόν τον κατάλογο», σημείωσε η Φον ντερ Λάιεν.

Όσον αφορά τον χάλυβα και το αλουμίνιο, η φον ντερ Λάιεν είπε ότι η ΕΕ και οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την κοινή εξωτερική πρόκληση της παγκόσμιας υπερβάλλουσας παραγωγικής ικανότητας και θα συνεργαστούν για να διασφαλίσουν τον δίκαιο παγκόσμιο ανταγωνισμό και να μειώσουν τα εμπόδια μεταξύ τους. Οι δασμοί θα μειωθούν και θα τεθεί σε εφαρμογή ένα σύστημα ποσοστώσεων.

Τέλος, η Φον ντερ Λάιεν ανέφερε ότι συμφωνήθηκε να αυξηθεί η συνεργασία ΕΕ-ΗΠΑ στον τομέα της ενέργειας. «Οι αγορές αμερικανικών ενεργειακών προϊόντων θα διαφοροποιήσουν τις πηγές εφοδιασμού μας και θα συμβάλουν στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης», τόνισε, ενώ πρόσθεσε ότι το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο θα αντικατασταθεί με σημαντικές αγορές αμερικανικού υγροποιημένου φυσικού αερίου, πετρελαίου και πυρηνικών καυσίμων ύψους 750 δισ. δολαρίων σε διάστημα 3 ετών .

Η πρόεδρος της Επιτροπής ευχαρίστησε τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, «για την προσωπική του δέσμευση και την ηγεσία του στην επίτευξη αυτής της σημαντικής επιτυχίας», λέγοντας πως είναι « ένας σκληρός αλλά ικανός διαπραγματευτής».

Ερωτηθείσα για τη συνάντησή της με τον Αμερικανό Πρόεδρο που διήρκησε περίπου μία ώρα, η πρόεδρος της Επιτροπής είπε ότι οι συνομιλίες ήταν «δύσκολες» και «δίκαιες», αλλά κυρίως «δύσκολες» και χαρακτήρισε το αποτέλεσμα «καλό» και «ικανοποιητικό». Παραδέχτηκε ότι οι τελωνειακοί δασμοί 15% είναι σίγουρα μια πρόκληση για ορισμένους, αλλά διατηροόυν την πρόσβαση στην αμερικανική αγορά. Σημείωσε, τέλος, ότι η ΕΕ προσπαθεί να ανοίξει νέες αγορές για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

Ικανοποίηση  στο Βερολίνο – Για επώδυνο συμβιβασμό μιλούν οι Γερμανοί επιχειρηματίες 

Την ικανοποίησή του για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των ΗΠΑ για το ζήτημα των τελωνειακών δασμών εξέφρασε χθες Κυριακή ο καγκελάριος της Γερμανίας, ο Φρίντριχ Μερτς, τονίζοντας ότι απετράπη η επαπειλούμενη κλιμάκωση της εμπορικής διένεξης, η οποία θα έπληττε σκληρά την γερμανική οικονομία.

«Χαιρετίζω την συμφωνία που επιτεύχθηκε μεταξύ της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Ντόναλντ Τραμπ στις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Είναι καλό το γεγονός ότι η Ευρώπη και οι ΗΠΑ κατέληξαν σε συμφωνία, αποφεύγοντας έτσι μια περιττή κλιμάκωση στις διατλαντικές εμπορικές σχέσεις», δήλωσε ο καγκελάριος σε ανακοίνωσή του επισημαίνοντας ότι «η ενότητα της ΕΕ και η σκληρή δουλειά των διαπραγματευτών απέδωσαν καρπούς», και ευχαριστώντας την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής φον ντερ Λάιεν, τον Επίτροπο Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς και τις ομάδες τους «για τις άοκνες προσπάθειές τους τις τελευταίες εβδομάδες».

«Με αυτή την συμφωνία απετράπη εμπορική σύγκρουση η οποία θα έπληττε σκληρά την προσανατολισμένη στις εξαγωγές γερμανική οικονομία. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την αυτοκινητοβιομηχανία, όπου οι τρέχοντες δασμοί θα μειωθούν σχεδόν στο μισό, από 27,5% σε 15%. Ακριβώς σε αυτό το σημείο είναι υψίστης σημασίας μια ταχεία μείωση των δασμών», τόνισε ο καγκελάριος Μερτς και υποστήριξε ότι η Ευρώπη κατάφερε να διαφυλάξει τα βασικά της συμφέροντα, παρότι ο ίδιος, όπως διευκρίνισε, θα επιθυμούσε περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών στο διατλαντικό εμπόριο. «Όλοι -και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού- ωφελούνται από σταθερές και προβλέψιμες εμπορικές σχέσεις με πρόσβαση στην αγορά. Τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές», σημείωσε.

Απαισιόδοξοι παράγοντες της οικονομίας

Ο Σύνδεσμος Εξωτερικού Εμπορίου (BGA) από την πλευρά του έκανε λόγο για «επώδυνο συμβιβασμό» και προειδοποίησε για «αισθητές συνέπειες» για την Γερμανία. «Πρόκειται για επώδυνο συμβιβασμό. Κάθε μονάδα δασμών είναι μια μονάδα περισσότερη απ’ ό,τι θα έπρεπε. Η συμφωνία με τις ΗΠΑ θα έχει επιπτώσεις στην Γερμανία, θα κοστίσει ανάπτυξη, ευημερία και θέσεις εργασίας», προειδοποίησε ο πρόεδρος του BGA Ντιρκ Γιαντούρα προσθέτοντας πως «ο μόνος τρόπος να αποφευχθούν οι σοβαρές επιπτώσεις είναι η αύξηση της ανταγωνιστικότητας», ενώ ζήτησε από την κυβέρνηση να στηρίξει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, «όπως έχει υποσχεθεί».

Μιλώντας στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, η οικονομολόγος ειδικευμένη στις χρηματοπιστωτικές αγορές Ουλρίκε Μαλμουντίερ προειδοποίησε για τον κίνδυνο «τεράστιας απώλειας ευημερίας», η οποία, όπως είπε, «δεν θα εξαλειφθεί στο άμεσο μέλλον, διότι όταν επιβληθούν αυτοί οι δασμοί, δεν θα είναι πλέον εύκολο να μειωθούν εκ νέου». Η οικονομολόγος εκτίμησε επίσης ότι για το σύνολο της ΕΕ οι συνέπειες θα είναι πιο περιορισμένες κατά σχεδόν 50% από ό,τι για την Γερμανία, διευκρινίζοντας ταυτόχρονα ότι υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα και μεταβλητότητα στις προβλέψεις των ειδικών, καθώς δεν μπορεί να προβλεφθεί για πόσο καιρό θα παραμείνουν οι δασμοί σε ισχύ.

Ως «ταπείνωση» για την Ευρώπη περιέγραψε την «ασύμμετρη», όπως την χαρακτήρισε, συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ ο επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου Κλέμενς Φουστ, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων «αντικατοπτρίζει την πραγματική ισορροπία δυνάμεων». Ας ελπίσουμε ότι οι Ευρωπαίοι θα ξυπνήσουν, θα πάρουν το μάθημά τους, θα ενισχύσουν την οικονομική τους ισχύ και θα περιορίσουν την στρατιωτική και την τεχνολογική τους εξάρτηση από τις ΗΠΑ», σχολίασε μέσω X ο οικονομολόγος. Μιλώντας πάντως στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, ο κ. Φουστ έκανε λόγο για δασμούς «με τους οποίους η Γερμανία μπορεί να ζήσει», ενώ περιέγραψε την εξέλιξη ως «σημαντική επιδείνωση» των σχέσεων Ευρώπης-ΗΠΑ σε σύγκριση με την εποχή πριν αναλάβει την εξουσία ο Ντόναλντ Τραμπ τον Ιανουάριο.

Σε κοινό ανακοινωθέν το οποίο υπογράφουν η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι και οι δυο αντιπρόεδροι της κυβέρνησης της Ρώμης, Ματέο Σαλβίνι και Αντόνιο Ταγιάνι, γίνεται αναφορά στην συμφωνία τις Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, για τον καθορισμό των νέων εμπορικών δασμών.

Πιο αναλυτικά, στην ανακοίνωση αναφέρεται:

«Κρίνουμε θετικά την είδηση της επίτευξης συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών, με αντικείμενο τους δασμούς και την εμπορική πολιτική, η οποία αποτρέπει τον κίνδυνο εμπορικού πολέμου στο εσωτερικό της Δύσης, που θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες».

Παράλληλα, μεταξύ των άλλων υπογραμμίζεται ότι «η διαπραγματευτική λύση αποτελεί αποτέλεσμα για το οποίο οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και τα κράτη μέλη -συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας- εργάσθηκαν καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια και με κοινή δράση, αποφεύγοντας να πέσουν στην παγίδα όσων ζητούσαν να τροφοδοτηθεί μια ευθεία σύγκρουση ανάμεσα στις δυο όχθες του Ατλαντικού ωκεανού».

Η ιταλική κυβέρνηση εκτιμά ότι η συγκεκριμένη συμφωνία εγγυάται την σταθερότητα και «κρίνει βιώσιμο, ως βάση της συμφωνίας, το ποσοστό 15%, ιδίως αν συμπεριλαμβάνει τους προηγούμενους δασμούς και δεν προστίθεται σε αυτούς όπως -αντιθέτως- προβλεπόταν αρχικά» Η Ιταλία, τέλος, ζητά από τις Βρυξέλλες «να εγκρίνει μέτρα στήριξης για τους τομείς που μπορεί να υποστούν τις μεγαλύτερες οικονομικές συνέπειες, από τα μέτρα των αμερικανικών δασμών».

 

Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ