back to top
29 C
Athens
Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

29 C
Athens
Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

The death of the lamp - Μπομπ Γουίλσον και Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ στέλνουν «Γράμμα σε έναν άντρα»

Διαβάστε επίσης

Πάντα θα υπάρχει ένα κενό, που θα αφήνει μια πικρή γεύση στο στόμα. Αυτό το κενό, που οδήγησε τον Ρώσο χορευτή Vaslav Nijinsky στο φρενοκομείο. Που οδήγησε τον Bob Wilson και τον Mikhail Baryshnikov να δημιουργήσουν την performance «Γράμμα σε έναν άντρα», βασισμένοι στις ταραχώδεις σημειώσεις πού κρατούσε ο Nijinsky σε τετράδιο, με ανέκδοτα, αναμνήσεις και κρίσεις. Αυτό το κενό που σε κάποιες περιπτώσεις ονομάζεται τρέλα.  

«Το μυαλό μου, υφαίνει μια συμφωνία». Με την έναρξη της παράστασης τοποθετείται στους θεατές ο σπόρος, για να ανθήσει. Ακούν με κλειστά τα φώτα, τον Bob Dylan να ερμηνεύει το If dogs run free, και έρχονται αντιμέτωποι στην σκοτεινή σκηνή με την καδραρισμένη φωτεινή εικόνα του Nijinsky, ωσάν μια άλλη βυζαντινή αγιογραφία. Το προσκήνιο έχει υπογραμμιστεί με μια σειρά φώτα, που αναβοσβήνουν όπως στο λούνα παρκ. Αυτή είναι και η μόνη ολοκληρωμένη περίοδος που θα βιώσουν οι θεατές, σε όλη την performance. Τρεισήμισι λεπτά στο σκοτάδι, που ολοκληρώνονται με τον ήχο ενός τροχού που ακονίζει. Με την σκοτεινή σκηνή, θα αναμετρηθούν οι θεατές και σε άλλα σημεία της παράστασης. Ο ισχυρισμός του John Cage ότι το θέατρο είναι στο μυαλό του θεατή, που αποτέλεσε την απαρχή της θεατρικής performance την δεκαετία του ’60, και επηρέασε καλλιτέχνες σε Ευρώπη και Αμερική όπως ο Richard Schechner,ο Julian Beck αλλά και ο Bob Wilson, μοιάζει εδώ να έχει πλήρη εφαρμογή.  

Με την σκοτεινή σκηνή, θα αναμετρηθούν οι θεατές και σε άλλα σημεία της παράστασης

Ο Bob Wilson, από αυτό το σημείο μέχρι και το τέλος, χρησιμοποιώντας συγκεκριμένα εργαλεία για να συνθέσει το θέαμα του, επικεντρώνεται όχι στο κείμενο αλλά στο σύνολο της παράστασης, σε οτιδήποτε περιβάλλει και υπερβαίνει το κείμενο, σαν ένα συνολικό γεγονός, χωρίς ωστόσο να επιβάλλει μια περιχαρακωμένη, σκηνική δράση. Η ανοιχτή, μη γραμμική αφήγηση της παράστασης, δημιουργεί ένα πεδίο ελεύθερων ερμηνειών για τον θεατή. Ακόμη και αν δεν έχει καμία γνώση για τη ζωή και το έργο του Vaslav Nijinsky, του δίνεται μια σειρά σημείων για να συνθέσει την παράσταση μέσα του. Το δραματικό κείμενο, κρατά μια συγκεκριμένη θέση στο έργο, χωρίς ωστόσο να προσδοκάται για αυτό, ένα status μέσα στην παράσταση. Εδώ το κείμενο θεωρείται ότι βρίσκεται εντός της παράστασής, και όχι υπεράνω ή παραπλεύρως της. Δεν ερμηνεύεται, ακούγεται, όπως το φως «βλέπεται». Φτάνει στον θεατή από την πιο άμεση οδό.

Εδώ το κείμενο θεωρείται ότι βρίσκεται εντός της παράστασής

Έτσι συνολικά από την αρχή μέχρι το τέλος ακούγονται φωνές, άλλοτε αποσπασματικά άλλοτε όχι, σε διάφορα χρονικά σημεία της παράστασης, να διαβάζουν κομμάτια του ημερολογίου του.  Δεν επιλέχθηκε φύλο, ούτε γλώσσα. Ακούγονται άντρες και γυναίκες, σε αγγλικά, ρώσικα και αγγλικά με ρώσικη προφορά. Εδώ η γλώσσα εκφοράς παίζει καίριο ρόλο, και για αυτό η μετάφραση της μάλλον δεν φτάνει. Ανήκει πιθανόν στις γλώσσες στις οποίες οι τονικές παραλλαγές και οι μελωδικές διαφορές έχουν σημασιολογική αξία, και είναι σημαντικό για τον ακροατή να τις εντοπίσει και να τις λάβει υπόψιν.

Το ηχητικό περιβάλλον διαθέτει δύο ακόμα στοιχεία σύνθεσης, εκτός του έναρθρου λόγου: τα τραγούδια και τους ήχους. Έτσι με αφετηρία το τραγούδι του Bob Dylan, θα ακουστούν στην συνέχεια αποσπασματικά τα εξής τραγούδια: Eine dicke Ziggare του Matthias Seuffert, Daddys sond του Harry Nilsson, Serbian Dance AXS Music, I Threw it all Away του Bob Dylan, Theyre coming to take me away Napoleon XiV, Flower Show του Charles Williams , Nobody Knows, Cuddly Toy του Harry Nilsson, I dont Wanna Grow Up του Tom Waits, Sanctuary των Los de abajo. Όλα θα κοπούν απότομα μαζί με πυροβολισμούς, ουρλιαχτά, φωνές, σειρήνες πολέμου, αυτοκίνητα που τρακάρουν, κτύπους ρολογιού. Ένα ηχητικό μωσαϊκό, με ευρύτητα των μουσικών επιλογών, από διαφορετικές δεκαετίες, είδη και καλλιτέχνες.

Οι ελλειπτικές περίοδοι, η ανυπαρξία ρόλων, η επαναληψιμότητα μοτίβων, ο αποσπασματικός ή και όχι λόγος, η ποικιλία στην γλώσσα εκφοράς είναι μερικά από τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται, ως στοχασμός πάνω στα φευγαλέα σύνορα μεταξύ αυτού που χαρακτηρίζεται ως τρέλα και των φυσιολογικών συναισθημάτων και σκέψεων του ανθρώπου που, πολύ συχνά, καταπιέζονται και θεωρούνται ταμπού. Στο σκηνικό μέρος χρησιμοποιούνται, σε ολότελα ανοιχτή φόρμα ένα σπαθί -θα μπορούσε να είναι σταυρός-, ένα καραβάκι που περνάει, δέντρα, κλαδιά, προβολές με εικόνες από πεδία μάχης, ένα παράθυρο με κάγκελα -θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το παράθυρο ενός καθολικού ναού, μιας φυλακής ή ενός ιδρύματος- η χαρτονένια εικόνα ενός κοριτσιού που έχει δεμένη μια κότα από τον λαιμό, 7 τριαντάφυλλα, μια καρέκλα. Δεν συμβολίζουν απαραιτήτως κάτι, πιθανά θα μπορούσαν να είναι τυχαίες εικόνες, που είδε κάποιος στην ζωή του. Ο Nijinsky. Άλλες συνδέονται με το εκάστοτε ηχητικό τοπίο, άλλες όχι. Άλλες συνδέονται με την σκηνική κίνηση άλλες όχι.

Θα μπορούσε κάλλιστα στην φαντασία των θεατών να ερμηνευτεί ως κάποιος ρόλος, ως ένας κομπέρ ή ακόμη και ως μια δραματοποιημένη έννοια, όπως η τρέλα

Τα κλαδιά π.χ. τα κρατάει στα χέρια του ο Baryshnikov, θα τα αιωρήσει, θα τα σύρει, θα τα σηκώσει, θα γίνουν η προέκταση των χεριών του, σε έναν πιθανό συμβολισμό του σκιάχτρου ή του δέντρου. Στην συνέχεια θα ακούσουμε: «Είμαι η φύση. Είμαι ο θεός της φύσης» ή «Μου αρέσουν οι τρελοί, γιατί ξέρω πώς να τους μιλήσω». Και πάλι όμως η ρευστότητα των συνδέσεων επιτρέπει στον θεατή να προσχωρήσει και σε άλλες ερμηνείες: π.χ. μπορεί να θεωρήσει ότι πρόκειται για ένα παιδί που παίζει ή κάποιον άντρα που κάνει ένα σινιάλο. Για την ακρίβεια δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο στην παράσταση, που να αποτρέπει τον θεατή από την προσωπική του ερμηνεία. Σε όλα τα παραπάνω υλικά δεν υπερισχύει κάτι, έναντι κάποιου άλλου. Υπάρχει «ισονομία», που δεν κατανέμονται σε ιεραρχικά επίπεδα. Δεν είναι ότι όλα είναι ίδια, αλλά ότι όλα είναι μέρος μιας ολότητας και ότι μεταξύ τους είναι δυνατές, απεριόριστες ανταλλαγές και μεταμορφώσεις. 

Ο Baryshnikov δεν υποδύεται τον Nijinsky. Χωρίς θεατρικό έργο, χωρίς σαφές κείμενο, χωρίς συγκριμένο αφήγημα η παρουσία του Baryshnikov παραμένει ένα ερωτηματικό. Αν δεν είναι ο Nijinsky, ποιος είναι; Η φράση «making, not faking» που διατύπωσε ο πολιτισμικός ανθρωπολόγος Victor Turner για χαρακτηρίσει την Performance Art και να την διαχωρίσει τις Performing Art10 (μια μετάφραση των όρων Performance Art -Performing Art, σε αυτήν την περίπτωση θα αποδομούσε το νόημα της σύγκρισης) μοιάζει εδώ να βρίσκει εφαρμογή κατά το ήμισυ. Δεν υποδύεται τον Nijinsky, δεν αποκλείεται να είναι απλά ο εαυτός του, ένας χορευτής, που δεν υποκρίνεται έναν ρόλο. Θα μπορούσε κάλλιστα στην φαντασία των θεατών να ερμηνευτεί ως κάποιος ρόλος, ως ένας κομπέρ ή ακόμη και ως μια δραματοποιημένη έννοια, όπως η τρέλα. Φορώντας ένα φράκο, περνά από την μια σκηνική φράση στην άλλη, χωρίς κάποια αιτιώδη σχέση, και απολύτως ξαφνικά.

Όπως αναβοσβήνεις έναν διακόπτη. Μας εισάγει και μας καθοδηγεί με επιμέλεια και ακρίβεια στο αμφίφυλο, ενοχικό, πικρό αλλά πρωτοπόρο σύμπαν του Nijinsky, χωρίς ποτέ να δείχνει σε κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Οπισθοχωρώντας, πηδώντας, γελώντας. Απλά. Καμία σκηνική περίοδος, δεν διαρκεί τόσο όσο να υπάρξει συναισθηματική ταύτιση του θεατή.  Σε δύο σημεία της performance, που το υλικό ρέπει προς μια συμβατική έννοια της θεατρικής παράστασης και θα επέτρεπε στο κοινό να συγκινηθεί,  η δράση σταματάει, το σκηνικό αλλάζει, οι τεχνικοί μπαίνουν στην σκηνή με τα καθημερινά τους ρούχα και μαζεύουν αντικείμενα, διαστέλλοντας τα σκηνικά όρια. Σαν ένα μέσο για να αυξηθεί η επίγνωση του κοινού, για τη θέση του ως θύμα «χειραγώγησης». Σαν μια υπενθύμιση: «Αυτό δεν είναι θεατρική παράσταση».  

Ο Nijinsky μοιάζει να διακατέχεται από ένα κενό, μια αδυναμία να ταυτιστεί με τα κοινωνικά συμφραζόμενα της εποχής του. Δεν μπορεί να δει τον εαυτό του απλά σαν έναν λευκό, ετερόφυλο, θρήσκο πατέρα, άντρα, στρατιώτη και χορευτή.  Μοιάζει σαν κάτι να λείπει και αυτό διακρίνεται στις φράσεις από το ημερολόγιο του, που ακούγονται στην παράσταση: «Καταλαβαίνω τον πόλεμο», «Ο θεός δεν είναι πλάσμα. Εγώ είμαι πλάσμα. Δεν είμαι αντικείμενο», «Ξέρω τι είναι στρατιώτης. Έχω δει πολλές εκπροσωπήσεις αυτού», «Δεν είμαι ο Χριστός, είμαι ο Nijinsky», «Το κρέας είναι κακό. Ξέρω ότι τα αγόρια που τρώνε κρέας, αυνανίζονται. Ξέρω ότι τα κορίτσια αυνανίζονται. Ξέρω ότι άντρες και γυναίκες μαζί αυνανίζονται», «Δεν είμαι Θεός. Είμαι ένα τέρας, ένα αρπακτικό. Θα φάω οποιονδήποτε. Δεν σταματάω πουθενά. Θα αγαπάω την μάνα της γυναίκας μου, ή το παιδί μου». Την εποχή που έζησε, η κατάσταση του χαρακτηρίστηκε ως τρέλα. Ήταν όμως πράγματι τρελός ο Nijinsky; Υφίσταται η έννοια της τρέλας; Το ερώτημα παραμένει ανοιχτό από την αρχή ως το τέλος της παράστασης.  

Βάσια Μπακετέα

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
ΑΘΗΝΑ +
spot_img

Συμβαίνει στην Αθήνα