back to top
32.4 C
Athens
Δευτέρα, 19 Αυγούστου, 2024

32.4 C
Athens
Δευτέρα, 19 Αυγούστου, 2024

«Η Ελλάδα με την Επανάσταση του 1821 δικαιώθηκε και διασφάλισε την κρατική της υπόσταση» – Γράφει ο Πρέσβης της Κύπρου Κυριάκος Κενεβέζος

Διαβάστε επίσης

Ο «Αθήνα 9.84» στο πλαίσιο εκδηλώσεων, δράσεων και του δημοσίου διαλόγου για τα γεγονότα των καιρών, φιλοξενεί άρθρα πρεσβευτών από κράτη τα οποία είχαν σημαντική συμβολή στην εξέλιξη του Αγώνα των Ελλήνων. Παράλληλα με την επίσημη καταγραφή επιστολών, αρχείων και στοιχείων που μαρτυρούν την ανάμειξη των χωρών αυτών στην Απελευθέρωση, εκατοντάδες πολίτες των συγκεκριμένων χωρών λάμβαναν μέρος στα πεδία των μαχών και αρκετοί θυσίασαν την ζωή τους για την Ελλάδα.

200 χρόνια μετά, οι επίσημοι εκπρόσωποι αυτών των χωρών κάνουν έναν απολογισμό αλλά και μια αναδρομή σε ιστορικές στιγμές και αποφάσεις.

1821–2021

200 χρόνια από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης

Σύσσωμος ο απανταχού Ελληνισμός συνεορτάζει και τιμά φέτος την εμβληματική επέτειο συμπλήρωσης 200 ετών από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, στις 25 Μαρτίου του 1821, που σήμανε την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού, την απελευθέρωση υπόδουλων τμημάτων του Ελληνισμού, την απαρχή της εθνικής ανεξαρτησίας και την αφετηρία της  πολιτικής ύπαρξης και διεθνούς αναγνώρισης του νεοελληνικού κράτους.

Η Κύπρος, τιμώντας και τη δική της ταπεινή συνεισφορά στο φωτεινό αυτό ορόσημο της συλλογικής ιστορικής μνήμης του Έθνους, με συμβολή στις ιδεολογικές διεργασίες και την προπαρασκευή για την απελευθέρωση του Γένους, αλλά και στον υπέρ Ελευθερίας Αγώνα, συμμετέχει ενεργά στον μεγάλο εθνικό εορτασμό. Παραμένει, επομένως, διαχρονικά επίκαιρος και καίριος ο λόγος του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ΄, όταν, σε διάγγελμά του, ως Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 150 χρόνων από την Επανάσταση είχε αναφέρει: «Η Κύπρος, υπερήφανος διά την ελληνικήν της υπόστασιν, είναι επίσης υπερήφανος διά την μικράν έστω, προσφοράν της εις τον αγώνα του 1821. Συμμετέχοντες εις τους επί τη εθνική παλιγγενεσία εορτασμούς ως τέκνα γνήσια της μεγάλης Ελλάδος αποτίομεν πρωτίστως φόρον τιμής προς όλους εκείνους, οίτινες εκράτησαν διά μέσου μακρών αιώνων στυγνής δουλείας αδούλωτον το φρόνημα της φυλής και άσβεστον την δάδα της εθνικής συνειδήσεως. Στρέφομεν ευγνώμονα την σκέψιν προς τας ηρωικάς εκείνας μορφάς, οίτινες υπέρ το ζην την ελευθερίαν προεκρίναντο και διά των θυσιών των κατέστησαν θεμελιωταί και δημιουργοί της νεωτέρας Ελλάδος.»

Για τέσσερις αιώνες, ο Ελληνισμός βίωσε τον βαρύ ζυγό της δουλείας, διαφύλαξε, όμως, ευλαβικά, την ορθόδοξη πίστη, την ελληνική γλώσσα και την εθνική του συνείδηση, συντηρώντας  άσβεστο τον πόθο του για Ελευθερία.

Ήδη από τον 18ο αιώνα, οι διδαχές του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και τα μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης, κλόνισαν με τις φιλελεύθερες ιδέες τους τις παγιωμένες αντιλήψεις της απολυταρχικής Ευρώπης και ενέπνευσαν τον Νεοελληνικό Διαφωτισμό, τα κηρύγματα του Ρήγα Βελεστινλή και τις αρχές της Φιλικής Εταιρείας, που προετοίμασαν το έδαφος για να ριζώσει και να βλαστήσει ο σπόρος της λευτεριάς στους υπόδουλους Έλληνες.

Η λογική υπαγόρευε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια εξέγερσης ήταν εκ των προτέρων καταδικασμένη να πνιγεί στο αίμα, όπως άλλωστε είχε γίνει και στο παρελθόν με τοπικές εξεγέρσεις και προεπαναστατικά κινήματα. Τα λόγια του Κολοκοτρώνη είναι χαρακτηριστικά: «Ο κόσμος μας έλεγε τρελλούς. Ημείς αν δεν είμεθα τρελλοί, δεν εκάμαμεν την επανάσταση, γιατί ηθέλαμε συλλογισθεί πρώτον δια πολεμοφόδια, καβαλλαρία μας, πυροβολικό μας, ηθέλαμεν λογαριάσει τη δύναμη την εδικήν μας, την τούρκικη δύναμη».

Η απλή και μόνο σύγκριση των αριθμητικών και ποσοτικών δεδομένων σε ανθρώπους, όπλα και εφόδια, μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών, ήταν πραγματικά,  συντριπτική υπέρ των Οθωμανών, αλλά όπως γράφει ο Μακρυγιάννης «κι αν είμαστε ολίγοι εις το πλήθος του Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ έναν τρόπον, ότι η τύχη μας έχει τους Έλληνες πάντοτε ολίγους. Ότι αρχή και τέλος, παλαιόθεν και ως τώρα, όλα τα θεριά πολεμούν να μας φάνε και δεν μπορούνε. Τρώνε από μας και μένει και μαγιά. Και οι ολίγοι αποφασίζουν να πεθάνουν. Κι όταν κάνουν αυτήνη την απόφασιν, λίγες φορές χάνουν και πολλές κερδαίνουν».

Το μήνυμα της Επανάστασης, Ελευθερία ή Θάνατος, αντήχησε στα μήκη και τα πλάτη της σκλαβωμένης γης και έφτασε, βεβαίως, και στην ακριτική Κύπρο, που βρισκόταν πάντα σε επαφή με τους παλμούς του υπόλοιπου Ελληνικού κορμού.

Η συμβολή του κυπριακού Ελληνισμού, στις ιδεολογικές διεργασίες και τις προσπάθειες για την απελευθέρωση του Γένους, μαρτυρείται ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα με τη συμμετοχή του νεωκόρου της ελληνικής εκκλησίας στην Πέστη, του λόγιου Ιωάννη Καρατζά από τη Λευκωσία, στο διαφωτιστικό και επαναστατικό έργο του Ρήγα Βελεστινλή. Ο Καρατζάς ήταν ένας από τους συντρόφους του Ρήγα που παραδόθηκαν στους Τούρκους από την αυστριακή αστυνομία, για να βρουν μαρτυρικό θάνατο, μαζί με τον μεγάλο οραματιστή, επειδή θέλησαν, όπως σημειώνει ο Αδαμάντιος Κοραής «να φωτίσωσι και από τον ζυγόν της δουλείας να απελευθερώσωσι τους ιδίους ομογενείς».

Με τη σύσταση της Φιλικής Εταιρείας πολλοί Κύπριοι μυήθηκαν στις τάξεις της και συμμετείχαν ενεργά στην προετοιμασία της Επανάστασης. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του εμπορικού γραφείου των αδελφών Κυπριανού και Νικολάου Θησέως, στη Μασσαλία, το οποίο αποτέλεσε κέντρο συλλογής εφοδίων και στρατολόγησης εθελοντών για την επαναστατημένη Ελλάδα. Το 1818 ο Μετσοβίτης φιλικός Δημήτριος Ύπατρος επισκέφθηκε την Κύπρο και μύησε στους σκοπούς της Εταιρείας τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό και άλλους ιεράρχες και προκρίτους του νησιού, οι οποίοι επιβεβαίωσαν τη συμμετοχή τους στην προπαρασκευή του αγώνα με οικονομική συνδρομή και την αποστολή εφοδίων.

Πολλά τα ονόματα και πολύπλευρη η δράση των Κυπρίων πατριωτών που πήραν ενεργό μέρος στον αγώνα για την ανάσταση του Γένους. Ενδεικτικά, μνημονεύονται οι φιλικοί, Αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Θησέας, γόνος της επιφανούς οικογένειας της Κύπρου που τόσα προσέφερε στην εθνική αφύπνιση και την επαναστατική οργάνωση των Κυπρίων, και  ο Χαράλαμπος Μάλης, που διετέλεσε γραμματέας του Μινίστρου της Θρησκείας και του Δικαίου του νεοσύστατου κράτους, οι οποίοι, μάλιστα, αναμείχθηκαν σε προσπάθειες για την αποστολή μυστικού στρατιωτικού σώματος για την απελευθέρωση της Κύπρου.

Στη συνεισφορά της Κύπρου στο ξεκίνημα του Αγώνα αναφέρεται και η παράδοση για την άφιξη του Κωνσταντίνου Κανάρη στην Κύπρο, ο οποίος αγκυροβόλησε τον Ιούνιο του 1821 στο λιμάνι της Λαπήθου, για να παραλάβει τις προμήθειες που συγκέντρωσαν οι Κύπριοι, λαπηθιώτικα μαχαίρια και παλικάρια για τον αγώνα.

Τα γεγονότα που ακολούθησαν αποτελούν την τραγικότερη πτυχή των μεγάλων δοκιμασιών του Ελληνισμού της Κύπρου κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Ο Σουλτάνος, μετά τις μεγάλες επιτυχίες των Ελλήνων στην κυρίως Ελλάδα, προκειμένου να πνίξει προκαταβολικά στο αίμα κάθε προσπάθεια εξάπλωσης της Επανάστασης στην Κύπρο, διέταξε τον αφοπλισμό των κατοίκων και την εκτέλεση 486 επιφανών Κυπρίων. Στις 9 Ιουλίου 1821, οι ιεράρχες της Κύπρου, με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό και τους τρεις Μητροπολίτες, Κιτίου Μελέτιο, Πάφου Χρύσανθο και Κυρήνειας Λαυρέντιο, καθώς και οι επιφανείς πρόκριτοι του νησιού, εκτελέσθηκαν και οι περιουσίες τους δημεύτηκαν.

Πολλοί ήταν οι Κύπριοι που έφυγαν από το νησί για να πολεμήσουν συμφώνως με τους λοιπούς αδελφούς Έλληνες. Κύπριος, Κυπραίος ή Κυπριώτης υπήρξε το επώνυμο που δόθηκε, ως δηλωτικό της καταγωγής τους, στους περισσότερους από αυτούς, από τους Ελλαδίτες συντρόφους τους. Στα ελληνικά αρχεία, σε προξενικά έγγραφα και στα απομνημονεύματα πολλών καπεταναίων και οπλαρχηγών καταγράφονται εκατοντάδες Κύπριοι αγωνιστές που έλαβαν μέρος σε κρίσιμες μάχες, δίπλα από μεγάλους οπλαρχηγούς της Επανάστασης, προσφέροντας στο όραμα της ελεύθερης Ελλάδας, ότι πολυτιμότερο είχαν, τη ζωή τους και, στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα εκτίθεται λευκό λάβαρο, με τον γαλανό σταυρό και την επιγραφή ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΗΚΙ ΠΑΤΡΗΣ ΚΗΠΡΟΥ.

Η Ελλάδα με την Επανάσταση του 1821 δικαιώθηκε και διασφάλισε την κρατική της υπόσταση με τη δημιουργία ενός εθνικού κράτους, του πρώτου στην Ανατολική Μεσόγειο και από τα πρώτα διεθνώς, γεγονός που έθεσε ένα πρότυπο για τον επερχόμενο «αιώνα του εθνισμού» και  την εθνική πορεία των κρατών της Βαλκανικής. Η Κύπρος, όμως, καθώς και πολλές άλλες κοιτίδες του Ελληνισμού, παρέμειναν αλύτρωτες.

Όταν, το 1878, η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρεχώρησε την κατοχή και διοίκηση της μεγαλονήσου στη Μεγάλη Βρετανία, οι εθνικές προσδοκίες των Ελλήνων κατοίκων της αναπτερώθηκαν, καθώς εξέλαβαν τη Βρετανική κατοχή ως ένα μεταβατικό στάδιο για την εθνική αποκατάστασή της Κύπρου. Όπως αποδείχθηκε, όμως, το τέλος της Τουρκοκρατίας σήμανε για την Κύπρο τη μετάβαση σε μια νέα υποτέλεια, αποικιοκρατικού τύπου, που γρήγορα διέψευσε τις ελπίδες του Κυπριακού Ελληνισμού ως προς την εκπλήρωση των εθνικών του προσδοκιών.

Στην Κύπρο, μία εβδομάδα μετά τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου 1821, την 1η Απριλίου κάθε έτους, τιμάται το ηρωικό έπος του Απελευθερωτικού Αγώνα της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών 1955-1959 κατά του Βρετανικού αποικιοκρατικού ζυγού.

Η κοινή θεώρηση των δύο επετείων δεν αποτελεί συγκυριακή αναφορά στην ημερολογιακή τους εγγύτητα, αφού ο κυπριακός απελευθερωτικός αγώνας αποτελεί την προέκταση της ελληνικής επανάστασης του 1821 με κοινούς εθνικούς οραματισμούς, και κοινούς στόχους που μας διαμηνύουν την πίστη στις αθάνατες αξίες της Ελευθερίας και του Δικαίου για τις οποίες αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν οι ήρωες της Επανάστασης του 1821 και του Αγώνα του 1955-1959.

Στο πλαίσιο της εμβληματικής φετινής επετείου, ο Ελληνισμός εορτάζει και τιμά τη δισεκατονταετηρίδα της Ελληνικής Επανάστασης, ως σημείο αναφοράς στη συλλογική εθνική συνείδηση, αλλά και ως παγκόσμιο ιστορικό ορόσημο πατριωτισμού και ελευθερίας, με διάθεση αναστοχασμού και εμβάθυνσης στο διαχρονικό μήνυμα του σπουδαίου αυτού Αγώνα, επιδιώκοντας τη συλλογική αυτογνωσία και την εθνική προκοπή με το βλέμμα πάντα στραμμένο στο μέλλον.

Κρατάμε, πάντοτε, στην καρδιά και στον νου, τον λόγο του εθνικού ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη, στο ποίημά του οποίου Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου), ο μάρτυρας Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, μπροστά στην απειλή του θανάτου, προφητεύει, ως εκπρόσωπος του αδιαίρετου Ελληνισμού: Η Ρωμηοσύνη εν’ φυλή συνότζιαιρη του κόσμου, / κανένας δεν ευρέθηκεν για να την ιξηλείψη, / κανένας, γιατί σσιέπει την που τα΄ψη ο Θεός μου. / Η Ρωμιοσύνη εν’ να χαθή, όντας ο κόσμος λείψη.

  • Ετικέτες
  • 1821
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
ΑΘΗΝΑ +
spot_img

Συμβαίνει στην Αθήνα