back to top
17.8 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

17.8 C
Athens
Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024

Αφιέρωμα του Αθήνα 9.84 για τη Σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη

Διαβάστε επίσης

Ο Αθήνα 9.84 συμμετέχει στη συζήτηση για τις προοπτικές και τα διλήμματα της εγχώριας – πανευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, με ένα εκτενές αφιέρωμα που παρουσιάστηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή 15 και 16 Μαρτίου 2018, από τις 10 έως τις 12 το μεσημέρι, στην εκπομπή «Αθήνα Σήμερα» με τη Νόνη Καραγιάννη.

Σε φάση «pasokification» η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία

Κρίση, περισυλλογή, επαναπροσδιορισμός, ανασύνθεση. Είναι η τροχιά, την οποία ακολουθεί πανευρωπαϊκά η σοσιαλδημοκρατία σε μία συγκυρία πολλαπλών, πολυεπίπεδων κρίσεων. Είναι το τοπίο μέσα στο οποίο ξεκινά το ιδρυτικό συνέδριο για το Κίνημα Αλλαγής.

Στους δημοσιογράφους του Διεθνούς Τμήματος του σταθμού, Αθηνά Κορλίρα, Δομίνα Διαμαντοπούλου, Μυρσίνη Λιοναράκη και Κώστα Ράπτη μιλούν οι:

Τόνι Μπάρμπερ, υπεύθυνος για θέματα Ευρώπης στην εφημερίδα Financial Times

Εμερίκ Μπρεγιέ, Διευθυντής του Παρατηρητηρίου της Πολιτικής Ζωής του Ιδρύματος Ζαν Ζορέ, πρώην μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος

Χέριμπερτ Πραντλ, Επικεφαλής του τμήματος εσωτερικής πολιτικής και άρθρων γνώμης της Süddeutsche Zeitung και επίτιμος καθηγητής στη νομική σχολή του πανεπιστημίου Μπίλεφελντ

Αχιλλέας Μητσός, καθηγητής Ευρωπαϊκής Οικονομικής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου,

Γιάννης Κουζής, καθηγητής Εργασιακών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο

Νίκος Μπρούζος, στέλεχος στην ενεργειακή εταιρεία Galpn, που ζει τα τελευταία 11 χρόνια στην Πορτογαλία και

Δημήτρης Παυλόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ.

Η κατάρρευση των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είναι ένα πανευρωπαϊκό φαινόμενο και φαίνεται πως τις ψήφους των κεντροαριστερών κομμάτων λαμβάνουν πλέον τα λεγόμενα “αντισυστημικά” κινήματα ακόμα και τα ακροδεξιά με τελευταία παραδείγματα τις εκλογικές αναμετρήσεις στην Ιταλία αλλά και πέρυσι στη Γαλλία και την Ισπανία.

Η άνοδος των αντισυστημικών κομμάτων ή κινημάτων- όπως εξηγεί και ο Τόνι Μπάρμπερ στους Financial Times – τελικά έχει ως αποτέλεσμα κεντροαριστερά κόμματα να στρέφονται προς την κεντροδεξιά, προκειμένου μέσω κυβερνητικών συνασπισμών να εξασφαλίζουν την πολιτική τους επιβίωση.

Το θέμα είναι, ωστόσο, ότι τέτοιου είδους συνασπισμοί συνήθως ζημιώνουν μόνο τα κεντροαριστερά κόμματα, καθώς είναι εκείνα που τελικά “χρεώνονται” τις σφιχτές, οικονομικές, δημοσιονομικές πολιτικές των κυβερνητικών τους εταίρων, αποξενώνοντας στο τέλος τους “παραδοσιακούς” ψηφοφόρους τους. Το γερμανικό SPD και το αυστριακό SPÖ έχουν μάλλον βιώσει το λεγόμενο “pasokification”, ενώ το ίδιο ισχύει και για το ιταλικό PD, το Ολλανδικό PvdA και το γαλλικό PS. Oόρος που προέρχεται από το ελληνικό ΠΑΣΟΚ, μετά την οδυνηρή ήττα του το 2015 στο 5% από 44% που πέτυχε το 2009, χρησιμοποιείται πλέον από τους πολιτικούς αναλυτές για να περιγράψει την κατάρρευση της κεντροαριστεράς στην Ευρώπη και της αυτόματης ανόδου των ακροαριστερών και ακροδεξιών αντισυστημικών κινημάτων.

Γενικότερα το 2017 το πολιτικό κατεστημένο της Ευρώπης βίωσε την άνοδο εθνικιστικών και λαϊκιστικών κομμάτων.

Η επιτυχία αυτή των λαϊκιστών κόστισε όμως μόνο στην κεντροαριστερά όπως για παράδειγμα στη Γαλλία, την Ολλανδία και την Τσεχία. Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τους Σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία, όπου σημείωσαν το χειρότερο εκλογικό τους ποσοστό από το 1949 κερδίζοντας στις εκλογές της 23ης Σεπτεμβρίου μόλις 20,5%.

Οι προοπτικές για το 2018 και 2019 δεν είναι επίσης ευοίωνες. Αριστερά κόμματα αναμένεται να ηττηθούν στις εκλογές του Απριλίου στην Ουγγαρία και στις επόμενες εκλογές στην Πολωνία, στα τέλη του 2019.

Ποια είναι η σημερινή κατάσταση των Σοσιαλιστών και Σοσιαλδημοκρατών στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές χώρες;

Γαλλία: Το 2012 το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS) διέθετε την απόλυτη πλειοψηφία στη Γαλλική Εθνοσυνέλευση, ενώ η χώρα είχε πρόεδρο τον Σοσιαλιστή, Φρανσουά Ολάντ. Πέντε χρόνια αργότερα στις προεδρικές εκλογές τον περασμένο Απρίλιο ο υποψήφιος του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Μπενουά Αμόν έλαβε μόλις 6%, καταλαμβάνοντας την πέμπτη θέση των προτιμήσεων του εκλογικού σώματος. Η αλήθεια είναι πως το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας ήταν παραδοσιακά πιο αριστερό από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD) της Γερμανίας. Σήμερα, ένα χρόνο μετά τη βαριά ήττα, το PS δεν έχει κατορθώσει ακόμα να βρει τον βηματισμό του και ενώ αυτή την Πέμπτη – Παρασκευή καλείται να εκλέξει τον νέο του πρόεδρο, τον οποίο θα επικυρώσει 78ο συνέδριο στις αρχές Απριλίου. Οι Γάλλοι Σοσιαλιστές χάνουν συνεχώς έδαφος από δυνάμεις πιο ριζοσπαστικές τόσο από την αριστερά όσο και από την ακροδεξιά του Εθνικού Μετώπου. Επί της ουσίας, το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας, η κοινοβουλευτική ομάδα του οποίου αυτοαποκαλείται σήμερα “Νέα Αριστερά” δεν συνιστά προς το παρόν υπολογίσιμη πολιτική δύναμη.

Ολλανδία: Την ίδια πορεία έχει και το Ολλανδικό Εργατικό Κόμμα (PvdA) μετά τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2017. Η παράταξη που έχει εκλέξει μεταπολεμικά τρεις πρωθυπουργούς σημείωσε πέρυσι τη χειρότερη επίδοση της ιστορίας συγκεντρώνοντας μόλις 5,7%. Από τη δεύτερη θέση βρέθηκαν στην έβδομη. Σύμφωνα με αναλυτές αυτό που στην ουσία ζημιώνει το Εργατικό Κόμμα στην Ολλανδία είναι ο κατακερματισμός του κομματικού συστήματος και το γεγονός ότι άλλα κόμματα κατόρθωσαν να προσελκύσουν τους ψηφοφόρους του. Επίσης μεγάλο πλήγμα υπέστη λόγω της ανόδου του ακροδεξιού Χέερτ Βίλντερς και του Κόμματος για την Ελευθερία που βρέθηκε στη δεύτερη θέση.

Γερμανία: Την Κυριακή, 4 Μαρτίου το SPD είπε τελικά το “ναι” σε έναν ακόμα “μεγάλο συνασπισμό”(GroKo) μετά από εσωτερικό δημοψήφισμα στο οποίο συμμετείχαν περίπου 400,000 μέλη του. Η επιλογή με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπο το SPD ήταν δίκοπο μαχαίρι… Είτε συμμετείχε σε “μεγάλο συνασπισμό”, είτε όχι τα ποσοστά του ήδη σημειώνουν “ελεύθερη πτώση” μετά το ιστορικά χαμηλό ρεκόρ του 20,5% που συγκέντρωσε στις εκλογές της 24ης Σεπτεμβρίου. Σε πρόσφατη δημοσκόπηση εν μέσω των συνομιλιών για σχηματισμό “μεγάλου συνασπισμού” το κόμμα φαίνεται να συγκεντρώνει μόλις 15,5% πίσω από την “Εναλλακτική για τη Γερμανία” (AfD) το πιο ακροδεξιό κόμμα μεταπολεμικά που κατόρθωσε να πει στην Μπουτεσταγκ. Αν γίνονταν νέες εκλογές, τότε σίγουρα το ΑfD θα περνούσε μπροστά από τους Γερμανούς Σοσιαλδημοκράτες. Το “στοίχημα” για τη νέα πρόεδρο του κόμματος, Άντρεα Νάλες (η εκλογή της οποίας θα επικυρωθεί στο συνέδριο του κόμματος στις 22 Απριλίου) είναι να ανανεώσει το κόμμα και να περιορίσει τη “ζημία” για τη συμμετοχή του στον νέο GroKo. Είναι θετικό προς αυτή την κατεύθυνση ότι η νέα πρόεδρος δεν θα μετέχει στην κυβέρνηση.

Αυστρία: Στην Αυστρία οι Σοσιαλδημοκράτες θεωρούνται ένα ισχυρό κόμμα με το SPÖ να έχει εκλέξει από το 1945 15 καγκελάριους σε 28 κυβερνήσεις. Έως το 1990 το κόμμα έπαιρνε σταθερά ποσοστά άνω του 40%. Τα τελευταία χρόνια το κόμμα έχει υποχωρήσει σε ποσοστά μεταξύ 25% και 30%. Σημαντική απώλεια, το κόμμα όμως απέφυγε την κατάρρευση που υπέστησαν οι Σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία. Το ιδιαίτερο στοιχείο για τους αυστριακούς Σοσιαλδημοκράτες είναι οι συχνοί κυβερνητικοί συνασπισμοί με το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα της Αυστρίας, σχεδόν στα δύο τρίτα των μεταπολεμικών ετών. Η “συγκατοίκηση” αυτή όμως των δύο μεγάλων κομμάτων και η δημόσια συζήτηση περί νεποτισμού συνέβαλε στην ενίσχυση και άνοδο του ακροδεξιού Κόμματος της Ελευθερίας. Αυτό συγκυβερνά σήμερα με το Λαϊκό Κόμμα, με τους Σοσιαλδημοκράτες να περνούν στον ασυνήθιστο για αυτούς ρόλο της αντιπολίτευσης. Όπως και το SPD στη Γερμανία, έτσι και στην Αυστρία οι Σοσιαλδημοκράτες διερωτώνται αν η μακρά συγκυβέρνηση σε μεγάλους συνασπισμούς τους έκανε να απολέσουν το ιδιαίτερο κομματικό τους στίγμα.

Ιταλία: Ο θρίαμβος των αντισυστημικών κομμάτων στις βουλευτικές εκλογές της 4ης Μαρτίου στην Ιταλία φέρνει στην κεντρική πολιτική σκηνή το Κίνημα Πέντε Αστέρων αλλά και την Λέγκα του Βορρά, δύο κόμματα που έχουν διαφορετικό ιδεολογικό υπόβαθρο όμως φαίνεται ότι έγιναν και τα δύο αποδέκτες της βαθιάς δυσαρέσκειας των Ιταλών Οι Ιταλοί ψηφοφόροι γύρισαν την πλάτη στο Δημοκρατικό Κόμμα (PD) του Ματέο Ρέντσι, με τα ζητήματα της οικονομίας και της μετανάστευσης να κυριαρχούν στην προεκλογική εκστρατεία. Παρά την οικονομική ανάκαμψη από τη μεγαλύτερη μεταπολεμικά ύφεση που πέτυχε η διακυβέρνηση από το Δημοκρατικό Κόμμα, 18 εκατομμύρια Ιταλοί βρίσκονται αντιμέτωποι με το φάσμα της φτώχειας, ενώ η ανεργία βρίσκεται στο 11%. H ήττα που υπέστη το Δημοκρατικό Κόμμα, βγήκε τρίτο (18,7%) οδήγησε σε παραίτηση τον Ματέο Ρέντσι, ενώ την ηγεσία του κόμματος ανέλαβε προσωρινά έως τον Απρίλιο , οπότε θα εκλεγεί νέος επικεφαλής, ο υπουργός Γεωργίας της κυβέρνησης Τζεντιλόνι, Μαουρίτσιο Μαρτίνα. Μένοντας πιστός στη γραμμή Ρέντσι, ο Μαρτίνα έστειλε χθες στη Λέγκα και το Κίνημα Πέντε Αστέρων το εξής μήνυμα: “Οι πολίτες ψήφισαν εσάς να κυβερνήσετε, κάντε το”. Απομένει να φανεί αν τοΔημοκρατικό Κόμμα (PD) θα συνεχίσει να αντιστέκεται στις σειρήνες, που το καλούν, ακόμη και από το εσωτερικό του, να στηρίξει μια κυβέρνηση των Γκριλίνι.

Ισπανία: Στην Ισπανία οι Σοσιαλιστές οδηγήθηκαν σχεδόν σε διάλυση το 2016 προκειμένου να μην στηρίξουν άλλη μια κεντροδεξιά κυβέρνηση υπό τον ΜαριάννοΡαχόι. Πάντως παρά την εσωκομματική ένταση οι Σοσιαλιστές επέλεξαν εκ νέου το 2017 στην ηγεσία τους τον Πέδρο Σάντσες. Ο Σάντσες τάχθηκε ξεκάθαρα κατά μιας νέας συμμαχίας με τη Δεξιά στρέφοντας το κόμμα του προς τα αριστερά. Αν και υπήρξαν έντονες φήμες για σύμπραξη με τους Podemos, αυτό δεν κατέστη ποτέ εφικτό. Μήνες μετά την καταλανική κρίση και την ξεκάθαρη στάση που κράτησαν εναντίον της απόσχισης, πάντως οι Σοσιαλιστές φαίνεται να κερδίζουν σιγά σιγά την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος βρίσκονται δεύτεροι μετά το Λαϊκό Κόμμα με ποσοστό 23,1%, (δημοσκόπηση Φεβρουαρίου Κέντρο Κοινωνιολογικής Έρευνας (CIS).

Βρετανία: Ίσως είναι η μόνη χώρα όπου το Εργατικό Κόμμα σημειώνει περίοδο ανάκαμψης. Με την ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος από τον Τζέρεμι Κόρμπιν που προέρχονταν από την ακροαριστερή πτέρυγα του κόμματος το 2015, αναβίωσαν ορισμένες από τις κλασικές θέσεις του κόμματος για επιστροφή των κρατικοποιήσεων ή της υψηλότερης φορολογίας στους εύπορους. Ακούστηκαν μάλιστα φωνές υπέρ της εξόδου της Μεγάλης Βρετανίας από το ΝΑΤΟ. Ο αριθμός των μελών του κόμματος σημειώνει διαρκή αύξηση από τότε –κυρίως άτομα νέων ηλικιών εγγράφονται στα μητρώα των Εργατικών. Μπορεί το κόμμα να έχασε τις εκλογές του 2017 από τους συντηρητικούς της Τερέζα Μέι, ωστόσο μια νέα κυβέρνηση Εργατικών στο κοντινό μέλλον αποτελεί σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις των αναλυτών ένα άκρως ρεαλιστικό σενάριο

Σουηδία: Ανοδική πορεία σημειώνουν όμως και οι Σοσιαλδημοκράτες στη Σουηδία μια χώρα όμως στην οποία η σοσιαλδημοκρατία έχει γνωρίσει μεγάλες επιτυχίες. Στους Σουηδούς Σοσιαλδημοκράτες “πιστώνεται” το ισχυρό κοινωνικό κράτος που είναι υπόδειγμα ακόμα και σήμερα για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Οι περικοπές κοινωνικών δαπανών που προέβησαν οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις τη δεκαετία του ’90 “στοίχισαν” στο κόμμα, το οποίο βρέθηκε για πολλά χρόνια στην αντιπολίτευση. Ο σημερινός πρωθυπουργός Στέφαν Λεβέν, που ηγείται μιας κυβέρνησης μειοψηφίας Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, είναι για άλλη μια φορά σοσιαλδημοκράτης. Το προσεχές φθινόπωρο επίκεινται εκλογές. Οι Σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται στην πρώτη θέση των προτιμήσεων στις δημοσκοπήσεις, ωστόσο με ποσοστά κάτω του 30%. Μια εξαιρετικά δυσμενής επίδοση για τα δεδομένα του κόμματος.

Δανία: Ίσως το πιο ασυνήθιστο “πείραμα” μιας μάλλον ιδιότυπης ανανέωσης της κεντροαριστεράς γίνεται από τους Σοσιαλδημοκράτες της Δανίας. Ο Μέτε Φρέντρικσεν, ο αρχηγός του κόμματος από το 2015 έχει υιοθετήσει μια συνδυαστική πολιτική: τάσσεται κατά των μεταναστών ενώ την ίδια ώρα κατακρίνει τον “άρρωστο καπιταλισμό” και παράλληλα υπερασπίζεται το κοινωνικό κράτος. Φαίνεται πως οι εκεί Σοσιαλδημοκράτες έχουν προχωρήσει σε μια ασυνήθιστη απόφαση να προσελκύσουν ψηφοφόρους του λαϊκιστικού κόμματος του Λαού. Ίσως αυτό όμως εξηγεί σε έναν βαθμό ότι η κρίση στην κεντροαριστερά είναι μέρος μιας γενικότερης κρίσης αντιπροσωπευτικότητας της Ευρώπης.

Η Δομίνα Διαμαντοπούλου μίλησε με τον Χέριμπερτ Πραντλ, επικεφαλής του τμήματος εσωτερικής πολιτικής και του τμήματος άρθρων γνώμης της Süddeutsche Zeitung και επίτιμο καθηγητή στη νομική σχολή του πανεπιστημίου Μπίλεφελντ, για το κατά πόσον ευθύνεται ο μεγάλος συνασπισμός για τον καταποντισμό του SPD, για την ευθύνη του Μάρτιν Σουλτς, τις αιτίες που οδήγησαν στην κρίση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας αλλά και ποια πρέπει να είναι τα επόμενα βήματα.

Σε παρέμβασή του ο καθηγητής Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Αχιλλέας Μητσός υποστήριξε ότι η Σοσιαλδημοκρατία απέτυχε όταν επέλεξε ένα αντισυστημικό πρόσωπο και επέλεξε να κάνει έναν ρόλο που δεν της ταιριάζει, προσθέτοντας ότι δεν πρέπει να παραστήσουν τα νεοφιλελεύθερα κόμματα. Σε ερώτηση για το Κίνημα Αλλαγής και το επικείμενο συνέδριό του είπε: Πρόκειται για μια προσπάθεια να συνγκεραστούν πράγματα τα οποία από τη φύση τους είναι αντιθετικά. Το να κάνεις ένα καινούργιο κόμμα, με το να κάνεις μια ομοσπονδία κομμάτων, με το να μετεξελίξεις κάποια υφιστάμενα κόμματα, αυτά είναι μεταξύ τους αντιθετικά και προσπαθεί να τα συγκεράσει. Όμως μην το θεωρήσουμε ότι είναι και η τελευταία κουβέντα. Υπάρχουν οι δυνατότητες για να ξεπεραστούν όλα αυτά. Να είμαστε λιγότερο επικριτικοί με το παραμικρό που κάνει είτε η πρόεδρος, είτε ένα μέλος του πολιτικού συμβουλίου».

Δ.Δ.: Οφείλεται ο εκλογικός και δημοσκοπικός καταποντισμός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας στην συγκυβέρνηση με τα κόμματα της Χριστιανικής Ένωσης; Φέρει ευθύνη προσωπικά ο Μάρτιν Σουλτς;

Χ.Π. :O Μάρτιν Σουλτς δεν ήταν πειστικός. Έκανε ένα πολύ μεγάλο λάθος. Δεν παρουσίασε εαυτόν ως τον σπουδαίο πολιτικό άνδρα, τον ευρωπαίο πολιτικό που είναι σήμερα, αλλά ως το δήμαρχο της επαρχιακής πόλης που ήταν πριν από χρόνια. Υιοθετώντας αυτό το προφίλ δεν αποτέλεσε δυνατό ανταγωνιστή της Άνγκελα Μέρκελ.
Το πρόβλημα δεν είναι ότι το SPD συμμετείχε σε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού, δεν είναι η πρώτη φορά άλλωστε που συνέβη αυτό. Το πρόβλημα του SPD είναι η πολιτική που υπηρετεί από την εποχή του Γκέρχαρντ Σρέντερ. Τότε άρχισε το SPD να συνδράμει στη νεοφιλελεύθερη πολιτική. Διέλυσε όλες τις βεβαιότητες που είχε ο μέσος Γερμανός, θεωρώντας ότι αυτή είναι η νέα πολιτική του νεοφιλελευθερισμού που θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην Γερμανία. Οι συνέπειες αυτής τη αλλαγής πλεύσης διαρκούν μέχρι σήμερα.

Δ.Δ.:Τι πρέπει να κάνουν οι γερμανοί Σοσιαλδημοκράτες για να αντιστρέψουν την καθοδική τους πορεία;

Χ.Π. :Πιστεύω ότι το SPD πρέπει να κάνει ριζικές αλλαγές, να αλλάξει τελείως την κατεύθυνσή του, πρέπει να επανεξετάσει εκ βάθρων την πολιτική του, ώστε να καταφέρει να προσελκύσει και πάλι τον μέσο Γερμανό, να τον κάνει να αισθανθεί ότι απευθύνεται σε αυτόν και να μπορέσει να ξανακερδίσει ψηφοφόρους που στράφηκαν στην Εναλλακτική για τη Γερμανία. Αυτοί οι άνθρωποι αισθάνονται φόβο, ανασφάλεια, νιώθουν ότι ο κόσμος τους έτσι όπως τον ήξεραν μέχρι πρότινος έχει κλονιστεί. Το SPD πρέπει να τους πείσει ότι θα γίνει και πάλι το κόμμα της κοινωνικής πρόνοιας, πρέπει να φροντίσει να βελτιωθεί η παιδεία, να βελτιωθεί η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, να βελτιωθούν οι υποδομές, όλα εκείνα που κάνουν τους πολίτες να νιώθουν ασφάλεια.

Δ.Δ.: Που οφείλεται η κατακρήμνιση της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη και ποια η λύση;

Χ.Π. :H σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη έχει χάσει την επαφή με τον μέσο άνθρωπο. Απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για να ανατραπεί αυτή η πραγματικότητα. Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην Ευρώπη πρέπει να αποδείξουν ότι δεν είναι νεοφιλελεύθερα. Ένα πρότυπο θα μπορούσε να αποτελέσει το κόμμα των Εργατικών στη Μεγάλη Βρετανία. Οι Σοσιαλιστές του Τζέρεμι Κόρμπιν κατάφεραν να διαφοροποιηθούν από τους Τόρις και να ανακτήσουν τη δύναμή τους. Πιστεύω ότι το ίδιο πρέπει να κάνουν οι Σοσιαλδημοκράτες και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Η Δομίνα Διαμαντοπούλου μίλησε και με τον Ούλριχ Στορκ, διευθυντή του Ιδρύματος Friedrich Ebert στην Αθήνα, που πρόσκειται στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας, για το κατά πόσον μπορούν να συνυπάρξουν για το SPD η αφοσίωση στο κυβερνητικό έργο και η ανανέωση, για τον φόβο πασοκοποίησης του κόμματος, αλλά και το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη.

Δ.Δ.:Είναι δυνατόν το SPD να συμμετάσχει αποτελεσματικά σε κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού και παράλληλα να ανανεωθεί;

Ο.Σ.:Ναι, πιστεύω ότι αυτό είναι δυνατό, διότι οι δύο διαδικασίες δεν συνδέονται απαραιτήτως μεταξύ τους. Είναι γεγονός ότι εάν το SPD ήταν στην αντιπολίτευση θα ήταν πιο εύκολη η ανανέωσή του, αλλά εφόσον οι αρμοδιότητες των στελεχών είναι σαφώς διαχωρισμένες είναι και τώρα εφικτό: η επικεφαλής του κόμματος και o γενικός γραμματέας δε θα είναι μέλη της κυβέρνησης και αυτό θα καταστήσει δυνατή την αναδόμηση του κόμματος.

Οι διαφορές του SPD από τα κόμματα της Χριστιανικής Ένωσης πρέπει όμως να γίνουν διακριτές. Σε αυτό θα μπορούσαν να συνδράμουν τα ΜΜΕ. Θα μπορούσαν για παράδειγμα οι κυβερνητικοί εταίροι να έχουν ξεχωριστούς εκπροσώπους τύπου οι οποίοι θα προβάλλουν την πολιτική και τις επιτυχίες του κάθε κόμματος. Επιπλέον, το SPD δεν πρέπει να χάσει τη μαχητικότητά του εντός του μεγάλου συνασπισμού.

Βοηθητικό παράγοντα αποτελεί βέβαια το γεγονός ότι η Άνγκελα Μέρκελ δεν είναι πλέον τόσο επικίνδυνη όσο άλλοτε. Παλαιότερα επικρατούσε η αντίληψη ότι όποιο κόμμα συμμετείχε σε κυβέρνηση μαζί της συρρικνωνόταν, αλλά πλέον η καγκελάριος έχει αποδυναμωθεί. Παράλληλα, αναμένεται το CDU το προσεχές διάστημα να κάνει στροφή προς τα δεξιά, να υιοθετήσει μία κάπως πιο συντηρητική στάση. Έτσι θα είναι πιο εύκολη η διαφοροποίηση για το SPDαπό ό,τι πριν.

Δ.Δ.:Φοβάστε ότι το SPD θα πασοκοποιηθεί;

Ο.Σ.:Δεν φοβάμαι ότι το SPD θα πασοκοποιηθεί. Υπάρχουν βεβαίως ομοιότητες ανάμεσα στα σοσιαλιστικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη, η περίπτωση όμως του ΠΑΣΟΚ είναι διαφορετική, είναι μία ειδική περίπτωση. Στη Γερμανία δεν υπάρχει μία τόσο ισχυρή αριστερή δύναμη, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει η Αριστερά αλλά δεν έχει τη δυναμική του. Στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ θεωρείται κατά κύριο λόγο υπεύθυνο για την κρίση. Αυτό δεν ισχύει σε τόσο μεγάλο βαθμό στην περίπτωση του SPD. Και τα δύο κόμματα ωστόσο είναι αναγκασμένα να ανανεωθούν, σε επίπεδο προγράμματος αλλά και πολιτικού προσωπικού, δεδομένου ότι είναι πλέον σαφές ότι στις μέρες μας τα παραδοσιακά κόμματα δεν μπορούν να επιτύχουν απόλυτη πλειοψηφία και είναι υποχρεωμένα να κάνουν συμβιβασμούς για να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε κυβερνητικούς συνασπισμούς. Πρέπει να μπορούν να κάνουν στρατηγικές προτάσεις συνασπισμού διότι μόνο μέσα από αυτό τον δρόμο έχουν τη δυνατότητα να αναλάβουν την ευθύνη της διακυβέρνησης.

Δ.Δ.:Που αποδίδετε την πτώση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη και ποια μπορεί να είναι η λύση;

Ο.Σ.:Στην Ευρώπη δεν έχουν πτωτικές τάσεις μόνο τα σοσιαλδημοκρατικά αλλά και τα λαϊκά συντηρητικά κόμματα. Αυτό συμβαίνει κυρίως διότι πολλοί ψηφοφόροι νιώθουν ότι δεν εκπροσωπούνται από τα πρώην μεγάλα κόμματα, αισθάνονται αποξενωμένοι από αυτά. Αυτό συνδέεται και με την πεποίθηση ότι υπάρχει ανάγκη για προστασία από τους κινδύνους της παγκοσμιοποίησης, της διεθνοποίησης, του ανταγωνισμού. Αυτή η αίσθηση επέτρεψε στους λαϊκιστές στα δεξιά και τα αριστερά του πολιτικού φάσματος να ενισχυθούν. Προσελκύουν ψηφοφόρους που είναι απογοητευμένοι από τα μεγάλα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα και θέλουν να καταψηφίσουν το κατεστημένο. Οι λαϊκιστές στερούν ψήφους από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, τις ψήφους των κοινωνικά αδύναμων, των χαμένων της παγκοσμιοποίησης, όσων έχουν χάσει τη δουλειά τους, όσων υποφέρουν λόγω των στάσιμων μισθών τις τελευταίες δεκαετίες.

Τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα οφείλουν να επιτύχουν μία λεπτή ισορροπία: να απευθύνονται τόσο στους ψηφοφόρους εκείνους που έχουν σύγχρονη, εξωστρεφή νοοτροπία όσο και σε εκείνους που έχουν πιο εσωστρεφή, τοπικιστική νοοτροπία. Αυτοί οι ψηφοφόροι δεν πρέπει να αισθάνονται ότι η απάντηση στα προβλήματά τους είναι η ρητορική των λαϊκιστών με συνθήματα όπως “προοδευτικός πατριωτισμός” και ότι αυτοί είναι κατάλληλοι για να αναλάβουν τον ρόλο του “προστάτη” τους.

Επιμέλεια: Αλεξάνδρα Βουδούρη, Δομίνα Διαμαντοπούλου

Η Σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη – Το δεύτερο μέρος του αφιερώματος του Αθήνα 9.84

To δεύτερο μέρος του αφιερώματος του Αθήνα 9.84 για τις προοπτικές και τα διλήμματα που αντιμετωπίζει η εγχώρια και ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία παρουσιάζεται από τις 10 έως τις 12 το μεσημέρι, στην εκπομπή «Αθήνα Σήμερα» με τη Νόνη Καραγιάννη.
Πανευρωπαϊκό φαινόμενο η κατάρρευση των Σοσιαλιστών

Η κατάρρευση των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είναι ένα πανευρωπαϊκό φαινόμενο και φαίνεται πως τις ψήφους των κεντροαριστερών κομμάτων λαμβάνουν πλέον τα λεγόμενα “αντισυστημικά” κινήματα ακόμα και τα ακροδεξιά με τελευταία παραδείγματα τις εκλογικές αναμετρήσεις στην Ιταλία αλλά και πέρυσι στη Γαλλία και την Ισπανία.

Η άνοδος των αντισυστημικών κομμάτων ή κινημάτων- όπως εξηγεί και ο Τόνι Μπάρμπερ στους Financial Times – τελικά έχει ως αποτέλεσμα κεντροαριστερά κόμματα να στρέφονται προς την κεντροδεξιά, προκειμένου μέσω κυβερνητικών συνασπισμών να εξασφαλίζουν την πολιτική τους επιβίωση.
Το θέμα είναι, ωστόσο, ότι τέτοιου είδους συνασπισμοί συνήθως ζημιώνουν μόνο τα κεντροαριστερά κόμματα, καθώς είναι εκείνα που τελικά “χρεώνονται” τις σφιχτές, οικονομικές, δημοσιονομικές πολιτικές των κυβερνητικών τους εταίρων, αποξενώνοντας στο τέλος τους “παραδοσιακούς” ψηφοφόρους τους. Το γερμανικό SPD και το αυστριακό SPÖ έχουν μάλλον βιώσει το λεγόμενο “pasokification”, ενώ το ίδιο ισχύει και για το ιταλικό PD, το Ολλανδικό PvdA και το γαλλικό PS. Oόρος που προέρχεται από το ελληνικό ΠΑΣΟΚ, μετά την οδυνηρή ήττα του το 2015 στο 5% από 44% που πέτυχε το 2009, χρησιμοποιείται πλέον από τους πολιτικούς αναλυτές για να περιγράψει την κατάρρευση της κεντροαριστεράς στην Ευρώπη και της αυτόματης ανόδου των ακροαριστερών και ακροδεξιών αντισυστημικών κινημάτων.

Γενικότερα το 2017 το πολιτικό κατεστημένο της Ευρώπης βίωσε την άνοδο εθνικιστικών και λαϊκιστικών κομμάτων.

Η επιτυχία αυτή των λαϊκιστών κόστισε όμως μόνο στην κεντροαριστερά όπως για παράδειγμα στη Γαλλία, την Ολλανδία και την Τσεχία. Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τους Σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία, όπου σημείωσαν το χειρότερο εκλογικό τους ποσοστό από το 1949 κερδίζοντας στις εκλογές της 23ης Σεπτεμβρίου μόλις 20,5%. Οι προοπτικές για το 2018 και 2019 δεν είναι επίσης ευοίωνες. Αριστερά κόμματα αναμένεται να ηττηθούν στις εκλογές του Απριλίου στην Ουγγαρία και στις επόμενες εκλογές στην Πολωνία, στα τέλη του 2019.

H Αθηνά Κορλίρα μίλησε με τον Tony Barber, δημοσιογράφο και υπεύθυνο για θέματα Ευρώπης στην εφημερίδα Financial Times για την πορεία των σοσιαλιστικών κομμάτων στην Ευρώπη και πως αυτά έχουν αντιδράσει στην οικονομική και μεταναστευτική κρίση στην Ευρώπη τα τελευταία 10 χρόνια.

Α.Κ. :Σε πρόσφατο άρθρο σας στους Financial Times γράψατε ότι “Οι πτωτικές τάσεις της οργανωμένης σοσιαλδημοκρατίας δεν σημαίνει ότι οι κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές που συνήθως είναι συνδεδεμένες με την αριστερά έχουν χάσει την απήχησή τους. Το πρόβλημα είναι ότι απλά αρκετοί ψηφοφόροι δεν εμπιστεύονται πια την κεντροαριστερά”. Που στηρίζετε αυτό σας το επιχείρημα;

Τ.Β.: Πιστεύω ότι η κεντροαριστερά σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη έχασαν σημαντικό μέρος της φερεγγυότητάς τους με τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασαν στην οικονομική κρίση της Ευρώπης μετά το 2008. Τότε φάνηκε σαν οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις να ήταν αποτελεσματικές μόνο σε καιρούς οικονομικής ευημερίας και όταν ήρθε η κρίση και δεν είχαν χρήματα για επενδύσεις σε δημόσιες υπηρεσίες, δεν είχαν απαντήσεις και πράγματι οι κεντροαριστερές κυβερνήσεις της εποχής συμφώνησαν μάλλον γρήγορα να διασωθούν οι τράπεζες με χιλιάδες δισεκατομμύρια ευρώ για το σκοπό αυτό και με το κόστος να πέφτει στις πλάτες των φορολογουμένων. Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη που ο κόσμος είπε: “Δεν μας είστε χρήσιμοι πια”. Πιστεύω ότι ήταν μία από τις πολλές μορφές αντίδρασης στην οικονομική κρίση. Υπάρχουν ωστόσο και βαθύτεροι λόγοι, με έναν από τους κυριότερους να είναι η έλλειψη πειστικών απαντήσεων σε ερωτήματα που σχετίζονται με την μετανάστευση και αυτό οδήγησε πολλούς εργαζόμενους σε παρακμάζουσες βιομηχανικές περιοχές να νιώθουν υπό πίεση από την παρουσία μεταναστών, να νιώθουν δηλαδή ότι το κόμμα που παραδοσιακά ψήφιζαν να μην τους προστατεύει επαρκώς.

Α.Κ. :Ποιες χώρες θεωρείτε ως τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αποτυχίας του Σοσιαλισμού στην Ευρώπη;

Τ.Β.:Κοιτάξτε την πορεία του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος την περασμένη χρονιά στις προεδρικές εκλογές, που κατακρημνίστηκε, αλλά και στις βουλευτικές εκλογές που πραγματικά το κόμμα έπαψε να υπάρχει ως πολιτική δύναμη και πολλοί ψήφοι του κόμματος έχουν μετακινηθεί στην Ακροδεξιά, το Εθνικό Μέτωπο, που τώρα θα αλλάξει και το όνομα του κόμματος.
Θα έλεγα επίσης και το παράδειγμα της Ολλανδίας, όπου το Εργατικό Κόμμα της Ολλανδίας ήταν ο μεγάλος χαμένος των εκλογών. Το ίδιο είδαμε και την περασμένη βδομάδα στην Ιταλία, όπου το δημοκρατικό κόμμα, δηλαδή το κόμμα της κεντροαριστεράς, ήταν και εκεί ο μεγάλος χαμένος των εκλογών. Αλλά αυτό που παρατηρούμε είναι το ένα σοσιαλιστικό κόμμα να χάνει τη δύναμή του μετά το άλλο…. αυτό που μερικές φορές ονομάζουμε PASOKification (Πασοκοποίηση) από την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα. Βέβαια έχουμε στην Ελλάδα την δημιουργία μίας εναλλακτικής δύναμης, ενός αριστερού κόμματος. Κάτι ανάλογο βέβαια γίνεται και στην Ισπανία, με το κόμμα των Podemos, αλλά μπορώ να πω και στην Βρετανία με το Εργατικό Κόμμα, στο οποίο έχει αναλάβει πλέον η ριζοσπαστική πτέρυγα, το οποίο μπορεί επίσης να συγκριθεί με την περίπτωση τόσο της Ελλάδας όσο και της Ισπανίας.

Α.Κ. :Ποιες είναι οι ιδιαιτερότητες του Εργατικού Κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας;

Τ.Β.: Το βασικό τους σημείο είναι ότι πιστεύουν (πρόκειται για ιδεολογική θέση) ότι ο καπιταλισμός υπήρξε μία αποτυχία και χρειάζεται συνολική αναδιάρθρωση ως οικονομική πολιτική στη χώρα. Φυσικά δεν ξέρουμε σε ποιο βαθμό θα υλοποιήσουν τις θέσεις τους , αν ποτέ έρθουν στην εξουσία. Αν δηλαδή θα μπορέσουν να εφαρμόσουν κάποιες ή όλες τις ιδέες τους ή αν θα υπάρξει μία μαζική εκροή χρημάτων από τη χώρα επειδή θα υπάρξει αβεβαιότητα . Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα συμβεί. Αυτό που πρέπει ωστόσο να έχουμε υπόψη μας είναι ότι από την ίδρυση του κόμματος στις αρχές του 20ου αιώνα είναι ότι ποτέ το Εργατικό Κίνημα στην Βρετανία δεν είχε τόσο ριζοσπαστική ηγεσία.

Ο Εμερίκ Μπρεγιέ, πρώην βουλευτής του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, Διευθυντής του Παρατηρητηρίου Πολιτικής Ζωής του Ιδρύματος Ζαν Ζορέ και καθηγητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Μπορντό, μίλησε στη Μυρσίνη Λιοναράκη για τη στενή, ιστορική σχέση μεταξύ ΠΑΣΟΚ και Σοσιαλιστικού Κόμματος αλλά και για το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας. «Και τα δύο κόμματα βιώνουν μία περίοδο κρίσης αυτή τη στιγμή αν και για εντελώς διαφορετικούς λόγους», σημείωσε και συμπλήρωσε ότι αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι όλα τα κόμματα που κινούνται στον χώρο της αριστεράς, του σοσιαλισμού και της σοσιαλδημοκρατίας «να ασχοληθούν με το ζήτημα της εργασίας απέναντι στο κεφάλαιο και της μετάλλαξης του εργασιακού περιβάλλοντος».

Μ.Λ.: Πόσο παράλληλες ήταν οι πορείες του ΠΑΣΟΚ και του γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος και πόσο κοντινές οι σχέσεις τους;

Ε.Μ.: Οι δεσμοί είναι ισχυροί και οι δύο καταρχήν προέρχονται από την Σοσιαλιστική Διεθνή. Αυτό δημιούργησε σχέσεις συγγενικές. Μετά οι σχέσεις ενισχύθηκαν από τον αγώνα ενάντια στην δικτατορία των συνταγματαρχών. Αυτό που μετράει επίσης πολύ είναι οι ανθρώπινες σχέσεις, οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Ο Μιτεράν και ο Παπανδρέου είχαν μεταξύ τους πολύ στενούς δεσμούς. Άρα υπάρχουν δεσμοί ιστορικοί αλλά και οργανικοί (η Σοσιαλιστική Διεθνής) και δεσμοί προσωπικοί. Υπάρχει μία προσέγγιση από πάντα ανάμεσα στην αριστερά της Ελλάδας και της Γαλλίας. Πιστεύω ότι είναι κάτι που κρατάει από παλιά και θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Και τα δύο κόμματα, το ΠΑΣΟΚ όπως και το Σοσιαλιστικό Κόμμα για λόγους εντελώς διαφορετικούς περνούν σήμερα μεγάλη κρίση. Η κρίση του ΠΑΣΟΚ – η πτώση των ποσοστών του δηλαδή – προηγήθηκε της κρίσης του Σοσιαλιστικού Κόμματος.

Μ.Λ.: Υπάρχει κατά τη γνώμη σας μέλλον για τη σοσιαλδημοκρατία; Πως πρέπει να κινηθεί για να ανακάμψει;

Ε.Μ.: Το γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα περνάει σήμερα μία κρίση που βασικά προϋπήρχε εδώ και χρόνια όπως υπήρχε και στο ΠΑΣΟΚ και σε άλλα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας, σοσιαλιστικά ή αριστερά της ευρωπαϊκής σκηνής. Πάρτε το Εργατικό Κόμμα στη Μεγάλη Βρετανία, το SPD στη Γερμανία φυσικά, τα διάφορα σοσιαλιστικά κόμματα που υπήρξαν ή υπάρχουν ακόμα στo Βέλγιο (τη Φλάνδρα ή τη Βαλλωνία) ή και στις σκανδιναβικές χώρες αλλά και το Δημοκρατικό Κόμμα της Ιταλίας. Φυσικά το κάθε ένα έχει σήμερα διαφορετικά εκλογικά ποσοστά.

Πιστεύω ότι όλοι οι γάλλοι σοσιαλιστές θα ήθελαν πολύ να έχουν τα ποσοστά του Δημοκρατικού Κόμματος του Ματέο Ρέντσι στις εκλογές της Κυριακής. Όλοι οι γάλλοι σοσιαλιστές, αν θέλουν να είναι ειλικρινείς, πιστεύω θα ήθελαν πολύ να έχουν ακόμα τους 400.000 ψηφοφόρους που είχε το SPD και ψήφισαν πρόσφατα για να αποφασίσουν τη συμμετοχή ή όχι στον μεγάλο συνασπισμό. Γιατί πράγματι, το επίπεδο της κρίσης που βιώνει το κάθε κόμμα σε κάθε χώρα είναι διαφορετικό. Έχουν όμως όλα τα κόμματα ένα κοινό: σήμερα πρέπει όλα, το καθένα με τη δική του πολιτική κουλτούρα, να επαναφεύρουν το σοσιαλδημοκρατικό τους μήνυμα σε σχέση με επιλογές που έκαναν στο παρελθόν. Μία τέτοια επιλογή είναι αυτή του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος μέσα σε μία παγκοσμιοποίηση που επηρεάζει όχι μόνο στη θεωρία.

Πρέπει να επανεφεύρουν επίσης και το δημοκρατικό τους σύστημα: πως μπορούμε σε αυτόν τον παγκοσμιοποιημένο κόσμο και μέσα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα που ζούμε να έχουν τη δυνατότητα οι πολίτες να επιλέγουν οι ίδιοι το μέλλον τους. Το επόμενο ζήτημα που είναι πολύ βασικό επίσης είναι ότι πρέπει να ασχοληθούν με τη θέση της εργασίας απέναντι στο κεφάλαιο και την μετάλλαξη του εργασιακού περιβάλλοντος. Τα σοσιαλιστικά κόμματα και τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας είναι βασικά συνδεδεμένα με τον κόσμο της εργασίας – μην το ξεχνάμε αυτό, από εκεί προέρχονται. Και όταν οι εργαζόμενοι εδώ και 25 χρόνια υπομένουν τόσες αλλαγές και μάλιστα αλλαγές που δεν ολοκληρώνονται, υπάρχει πρόβλημα. Εδώ έχουμε μοντέλα που πρέπει να τα ξαναδούμε, να τα ξαναστήσουμε, να τα επαναπροσδιορίσουμε.

Αν δεν το πράξουν αυτό τα κόμματα, προφανώς θα αντικατασταθούν από άλλες πολιτικές δυνάμεις. Θα μπορούσαν αυτές οι δυνάμεις να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, η Δημοκρατία Μπροστά στη Γαλλία, θα μπορούσε κάποια περίοδο να είναι το Δημοκρατικό Φιλελεύθερο Κόμμα της Μεγάλης Βρετανίας… ποιος ξέρει… Όλα τα κόμματα είναι σήμερα αντιμέτωπα με την ιδέα της επανίδρυσης. Από τη μία του δημοκρατικού μηνύματος και από την άλλη του μηνύματος που εκπέμπουν σχετικά με το μεταβαλλόμενο εργασιακό τοπίο.

Σε παρέμβασή του για την πτώση της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη, ο Συνταγματολόγος, πρώην ευρωβουλευτής, Κώστας Μποτόπουλος, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι πλήρωσε την επί μακρόν άσκηση της εξουσίας σε πολλές χώρες, το ότι δεν ήταν και τόσο διαφορετική από τους αντιπάλους της αλλά και το ότι οι σοσιαλιστές έχασαν τα όργανα της πολιτικής τους (την αβναδιανομή, την κοινωνική πολιτική) λόγω κρίσης.

Σύμφωνα με τον κ. Μποτόπουλο, οι δρόμοι που μένουν τώρα είναι: ο δρόμος Μακρόν δηλ. μετακίνηση προς το κέντρο και τον φιλελευθερισμό, δεύτερος ο δρόμος Κόρμπιν με σκλήρυνση της αριστερής γραμμής, με κίνδυνο, όμως, αποξένωσης μεγάλων στρωμάτων που δεν θέλουν μεγάλες αλλαγές και τρίτον ο δρόμος της Πορτογαλίας, με βασικό χαρακτηριστικό όμως -όπως είπε- ότι εκεί οι Σοσιαλιστές είναι το μεγαλύτερο κόμμα και το ότι είχαν δεχθεί όλοι τη λιτότητα ως ανάγκη.

Η Πορτογαλία μοιάζει να αποτελεί το αντιπαράδειγμα στην καχεξία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, καθώς υπό την διακυβέρνηση του Αντόνιο Κόστα, με τη στήριξη του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Μπλόκου της Αριστεράς, οι Σοσιαλιστές καταφέρνουν και να διατηρούν πολιτικά τις δυνάμεις τους, όπως μαρτυρούν και οι δημοσκοπήσεις και καθοδηγούν την οικονομία σε μια αναπτυξιακή κατεύθυνση, μετά την περιπέτεια του μνημονίου. Πρόκειται, όπως εξηγεί ο εγκατεστημένος στη Λισαβώνα συμπατριώτης μας Νίκος Μπρούζος, στέλεχος της εταιρείας GAL-Energia, για μια καθημερινή ακροβασία, όχι χωρίς αντιφάσεις, που πάντως εξασφαλίζει μέχρι τώρα τη συναίνεση τόσο των ψηφοφόρων όσο και των Βρυξελλών και αφήνει τον Αντόνιο Κόστα κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού.

Η σχέση των ευρωπαϊκών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων με τον συνδικαλιστικά οργανωμένο κόσμο της εργασίας είναι βαθιά, ιστορική και σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα και θεσμικά αποκρυσταλλωμένη. Όμως η σχέση αυτή έχει υποστεί μετάλλαξη, σημείωσε ο Γιάννης Κουζής, καθηγητής κοινωνικής πολιτικής με έμφαση στις εργασιακές σχέσεις στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, καθώς η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού διαπερνά όχι μόνο τα κεντροαριστερά κόμματα, αλλά και τα ίδια τα συνδικάτα, ενώ η μεγάλη μείωση της συνδικαλιστικής πυκνότητας τις τελευταίες δεκαετίες αποδεικνύεται ευθέως ανάλογη της πτώσης του μερίδίου της εργασίας στο ΑΕΠ των ευρωπαϊκών χωρών.

To Εργατικό Κόμμα (PvdA) της Ολλανδίας, γνωστότερο στους Έλληνες ως το “πολιτικό σπίτι” του Γέρουν Ντάισελμπλουμ, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του κινδύνου της “πασοκοποίησης”, καθώς, παρά τη μεγάλη του ιστορία, στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές συρρικνώθηκε στο 7%, υποτριπλασιάζοντας τις δυνάμεις του μέσα σε μόλις μία κυβερνητική θητεία. Όπως ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ, Δημήτρης Παυλόπουλος, οι ψηφοφόροι εμφανίζονται έτοιμοι να τιμωρήσουν με μεγάλη ευκολία κάθε κόμμα που αθετεί τις προεκλογικές υποσχέσεις τους για υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας. Όμως οι εφαρμοζόμενες, από όλες τις κυβερνήσεις, πολιτικές αποτελούν “μονόδρομο”, ενώ το ζήτημα των κυβερνητικών συμμαχιών, σε μια χώρα δίχως παράδοση αυτοδυναμίας, συνιστά κάθε φορά δυσεπίλυτο γρίφο.

Newsroom Αθήνα 9.84

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
ΑΘΗΝΑ +
spot_img

Συμβαίνει στην Αθήνα